Όταν τρώμε κάτι από αυτά που δύσκολα κόβονται (π.χ. σπόρια, φυστικια, πατατάκια) και θέλουμε να σταματήσουμε, λέμε σε κάθε χούφτα στον εαυτό μας ότι αυτή θα είναι η τελευταία χούφτα. Η μεγαλύτερη αλήθεια ωστόσο είναι ότι όσο τρώμε αυτή την χούφτα, θεωρούμε ότι το ελέγχουμε και το πιστεύουμε ότι όντως αυτή θα είναι η τελευταία. Μόλις όμως φτάσουμε στο τελευταίο τεμάχιο, τότε μας γεννιέται ξαφνικά η ακατανίκητη επιιθυμία να συνεχίσουμε το σαβούριασμα.
Όταν ήμασταν μικροί νομίζαμε ότι «Τσελεμεντές» λέγεται κάθε βιβλίο με μαγειρικές συνταγές.
Η κοκα κόλα που μας φέρνουν στις ταβέρνες (αυτή στο γυάλινο μπουκαλάκι) χωράει όλη -μέχρι τελευταία σταγόνα- στο αντίστοιχο γυάλινο ποτήρι που θα μας φέρουν.
Όταν δοκιμάζουμε μια μπουκιά από το πηρούνι κάποιου φίλου μας, θα προσέξουμε να μην ακουμπήσουν πολύ τα χείλια μας στο πηρούνι και θα χρησιμοποιήσουμε τα δόντια μας για να ξεκαρφώσουμε την μπουκιά.
Όλα τα νέτα, επειδή γνωρίζουν ότι και μόνο στο άκουσμα της λέξης “σερβιέτα” νιώθουμε αποστροφή, μας λένε (συνήθως μετά το πέρας των πρώτων δύσκολων ημερών) “ε δεν φοράω σερβιέτα, αλλά σερβιετάαακι”, προσπαθώντας να μας το περάσουν ως κάτι ασήμαντο. Η μεγάλη αλήθεια είναι ότι για εμάς είναι ακριβώς το ίδιο.
Ακόμα κι αν έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που χρησιμοποιούσαμε κατά κόρον τις σταθερές τηλεφωνικές συσκευές με καλώδιο, στις οποίες τοποθετούσαμε το ακουστικό στη βάση για να το κλείσουμε, όταν θέλουμε να πούμε σε κάποιον ότι του το κλείσαμε στα μούτρα, θα κάνουμε με τα χέρια μας πως κλείνουμε ένα τηλέφωνο προς τα κάτω.
Κάθε φορά που από ένα φαγητό θα πετάξουμε ένα κομμάτι (π.χ. λίπος) θα βρεθεί ένας, συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας, που θα σου πει: “Καλά αυτό πετάς; Αυτό είναι το καλύτερο”.
Τη γνωστή φράση: “Τσίμπησέ με να δω αν ονειρεύομαι”, δεν την έχει πει ποτέ των ποτών κανείς στα σοβαρά.
όταν θέλουμε να αποθηκεύσουμε ένα πολύ πρόχειρο αρχείο ή θα το ονομάσουμε «test» ή θα πατήσουμε τυχαία τα πλήκτρα δημιουργώντας έναν τίτλο του στύλ «hgkhbkjbg». Επίσης, δεν υπάρχει περίπτωση να το αποθηκεύσουμε κάπου αλλού πέρα από την επιφάνεια εργασίας.
Υπάρχουν 2 κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που όταν σαπουνίζουν τα χέρια τους αφήνουν και τρέχει το νερό παράλληλα, και αυτοί που κλείνουν τη βρύση και όταν μετά την ξανανοίγουν ρίχνουν λίγο νερό στο χερούλι της βρύσης για να φύγουν οι σαπουνάδες.