Όταν παίρνεις αναπτήρα άλλου και αυτός σου πει «δεν ανάβει», εσύ παρόλα αυτά θα προσπαθήσεις να τον ανάψεις.
Παλιά όταν τα ταμεία στα super markets δεν είχαν το σύστημα σάρωσης των barcodes των προιόντων, περιμέναμε, με τη σακούλα στα χέρια την ταμία να χτυπήσει τα προιόντα και τα παίρναμε ένα ένα και τα βάζαμε μέσα. Τώρα αυτό έχει αλλάξει και σχεδόν ποτέ δεν προλαβαίνουμε να τα βάλουμε όλα στη σακούλα πριν η ταμίας μας πει το τελικό ποσό.
Όταν πάμε να κοιτάξουμε σε τι φάση είναι το μαλλί μας σε κάποιο καθρέφτη, όσο τέλειο κι αν είναι τελικά, πάντα μα πάντα θα το ακουμπήσουμε έστω και λίγο για μια μικρή διορθωσούλα.
Στο δημοτικό, όταν διάβαζε η δασκάλα δυνατά ένα κείμενο και μέσα σε αυτό υπήρχε το όνομα ενός συμμαθητή μας, τότε όλοι τον κοιτούσαμε κι εκείνος χαμογελούσε.
Σε μια παρέα, όταν λέμε μια ιστορία, συνήθως κοιτάζουμε 1-2 άτομα πιο πολύ την ώρα που την λέμε. Όταν όμως αυτός (ή αυτοί) απασχοληθούν με κάτι άλλο (π.χ. χτυπήσει το τηλέφωνό τους, γυρίσουν αλλού το κεφάλι τους) τότε κι εμείς γυρνάμε και κοιτάμε τα άλλα μέλη της παρέας που μας κοιτάνε για να συνεχίσουμε αυτό που λέγαμε.
Όταν θέλουμε να πούμε σε κάποιον ότι πάμε στη θάλασσα αλλά δεν θα καθυστερήσουμε λέμε ότι “πάω για μια βουτιά κι έρχομαι”. Ομοίως, όταν είναι για μπάνιο στο σπίτι, λέμε “κάνω ένα ντουζάκι κι έρχομαι”. Επίσης, όταν πρόκειται για φαγητό λέμε “τσιμπάω κάτι κι έρχομαι”.
Όταν ήμασταν μικροί και φορούσαμε ρολόγια χειρός, βλέπαμε στα πόσα μέτρα ύπο το νερό μπορούσαν να φτάσουν (50 μ., 100μ, κτλ) και την λέγαμε σε όσους είχαν λιγότερα μέτρα από τα δικά μας… Παρ’ όλο που δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση κανείς να φτάσει σε αυτά τα μέτρα!
Σε όλες τις αμερικάνικες χαζοταινίες ή σειρές, όταν υπάρχει κάποιο event (π.χ. ένας γάμος, μια συναυλία, κτλ), και πάει κάποιος να μιλήσει στο μικρόφωνο, αλλά χωρίς να είναι προγραμματισμένο να μιλήσει, μόλις το πλησιάσει θα ακουστεί πάντα το κλασικό μικροφωνικό σφύριγμα.
Υπάρχουν 2 κατηγορίες ανθρώπων. Αυτοί που όταν ο διαιτητής δίνει «πλεονέκτημα» λένε «άφησε το πλεονέκτημα» και οι αλλοι που λένε «έδειξε “παίζετε”».
Μ.Α. #1: Όταν φυσάει ενώ καθόμαστε σε τραπέζι και κάποιος καπνίζει, θα ρίξουμε νερό στο τασάκι. Μ.Α. #2: Όταν πάμε να ρίξουμε το νερό, επειδή θέλουμε να ρίξουμε πολύ λίγο, θα το κάνουμε σιγά σιγά, και το νερό θα σχηματίσει ένα ποταμάκι το οποίο θα διατρέξει την επιφάνεια του ποτηριού και θα αρχίσει να στάζει από τον πάτο του εκτός τασακιου. Μ.Α. #3: Υπάρχουν δύο λύσεις: Ή θα πρέπει να κάνουμε μία βιαστική κίνηση να ρίξουμε μια γουλιά νερό από την αρχή, ή θα πάμε πάλι να το ρίξουμε σιγά σιγά αλλά θα υπολογίσουμε ώστε ο πάτος του ποτηριού να είναι εντός του τασακιου, κάτι που το πραγματοποιούν οι πιο έμπειροι.