Έχει παρατηρηθεί πως όταν μια γάτα πέφτει, προσγειώνεται πάντα στα πόδια της. Από την άλλη, έχει παρατηρηθεί πως όταν πέφτει μια βουτυρωμένη φέτα ψωμί, προσγειώνεται με τη βουτυρωμένη πλευρά κάτω. Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως αν δέσουμε μια βουτυρωμένη φέτα ψωμί στην πλάτη μιας γάτας και την πετάξουμε ψηλά, θα αιωρηθούν λίγα εκατοστά από το έδαφος ενώ συγχρόνως θα περιστρέφονται γύρω από οριζόντιο άξονα. Χρησιμοποιώντας τεράστιες γάτες και ψωμιά, μπορούμε να κατασκευάσουμε ταχύτατα monorail τρένα. Επίσης, αν αφησετε να πεσουν απο ενα παραθυρο μια γατα και μια λαμπα αναμμενη,θα φτασουν ταυτοχρονα στο εδαφος. Συμπερασμα: οι γατες κινουνται με την ταχυτητα του φωτος, παρα τους ισχυρισμους του Αινστάιν που το επαιζε σοφος. Επιπλεον δε, οι γατες προσγειωνονται παντα στα ποδια τους. Οι λαμπες, σπανια. Από το παραπάνω προκύπτει οτι η εκμετάλλευση των γάτων και οι εφαρμογές τους στις μετακινήσεις είναι από τις τεχνολογίες που θα σημειώσουν τεράστιο άλμα μέσα στα επόμενα χρόνια. Επισης, μπορούμε να έχουμε δύο γάτες, δεμένες αντικρυστά πάνω σε έναν άξονα (τα πόδια της μιας γάτας προς τη μεριά της πλάτης της άλλης). Έτσι, θα έχουμε και σταθερότερη ροπή και μεγαλύτερη απόδοση…
Σκέφτομαι και γράφω: Η Οικογένειά μου
Με λένε Χρηστάκη και το σπίτι μου είναι ένα μπουρδέλο. Εγώ δεν ξέρω τι είναι μπουρδέλο, ρώτησα τη δασκάλα και δε μου έλεγε, αλλά ο μπαμπάς έτσι λέει όταν φτάνει το βράδυ σπίτι: «Πάλι μπουρδέλο είναι το σπίτι», και μετά βρίζεται με τη μαμά. Εγώ αγαπώ το σπίτι μου, άρα νομίζω ότι το μπουρδέλο είναι κάτι καλό. Μάλλον πρέπει να λένε μπουρδέλα τα παλιά σπίτια με πολλά άτομα μέσα και παιχνίδια πεταμένα στο σαλόνι και πολλά παιδάκια να τρέχουν εδώ κι εκεί. Λέω στη μαμά να με πάει σε μπουρδέλο για να δω, της το λέω, αλλά αυτή με δέρνει. Εγώ με τα αδέρφια μου μένουμε στα τρία υπνοδωμάτια του σπιτιού. Οι γονείς μας μένουν στο σαλόνι. Εγώ είμαι δέκα χρονών, κι έχω 4 αδερφές πιο μικρές και 7 αδέρφια πιο μεγάλα, τέσσερους αδερφούς και τρεις αδερφές. Δεν θυμάμαι ολωνών τα ονόματα, ελπίζω να μη με μαλώσετε. Κοιμάμαι στο δωμάτιο με τους τέσσερους αδερφούς μου, στο άλλο κοιμούνται οι αδερφές μου και στο άλλο πάλι οι αδερφές μου. Όσοι ξένοι έρχονται σπίτι και μας βλέπουν όλα μαζί γελάνε και λένε μπράβο και άλλα τέτοια, και άλλοι αστειεύονται και λένε να κάνουμε ομάδα ποδοσφαίρου. Ο αδερφός μου ο Πέτρος τότε τσατίζεται και τους βρίζει, «Αυτή τη μαλακία την έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές», και ο ξένος ξινίζει τα μούτρα του. Ο Πέτρος είναι 20 χρονών. Έχει τελειώσει το σχολείο και πάει πανεπιστήμιο. Ρώτησα τη μαμά τι είναι πανεπιστήμιο, μου είπε ότι είναι σαν το σχολείο, αλλά μεγαλύτερο. Εγώ όμως δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι θα μοιάζει πιο πολύ με το σπίτι μας. Το λέω αυτό γιατί μια φορά ήρθε ο Πέτρος σπίτι και πέταξε την τσάντα του στο πάτωμα και φώναξε: «Το κλείσαν το μπουρδέλο!» Αρα το πανεπιστήμιο πρέπει να είναι ένα μέρος με πολλά παιδιά και πολλή φασαρία και να είναι παλιό και να μην έχει λάμπα στο διάδρομο. Εγώ με τα αδέρφια μου μας αρέσει να παίζουμε στο σαλόνι. Εκεί είναι και το κασετόφωνο και ακούμε μουσική. Συνήθως μαλώνει ο Γιώργος με την αδερφή μου που δε θυμάμαι πώς τη λένε κι ελπίζω να μη με μαλώσετε, για το τι μουσική θα ακούσουνε. Καμιά φορά ακούει μουσική η αδερφή μου που δε θυμάμαι πώς τη λένε κι ελπίζω να μη με μαλώσετε και τραγουδά εκεί μια και λέει ότι υποφέρει πολύ, και τότε μπαίνει στο σαλόνι ο Γιώργος και λέει «τι παπάρες ακούς ρε πάλι» και αλλάζει την κασέτα και τότε ακούγονται κάτι ντάπα ντούπα και τα άλλα παιδιά φεύγουν από το δωμάτιο, αλλά εγώ μένω γιατί μετά αρχίζουν να βρίζονται κι εγώ γελάω πολύ. Η αδερφή μου -μη με μαλώσετε- λέει το Γιώργο κάφρο κι ο Γιώργος τη λέει σκυλί. Αρα έχουμε και κατοικίδια στο σπίτι μας, που είναι μπουρδέλο. Το βράδυ ο μπαμπάς και η μαμά αρρωσταίνουν. Γι αυτό και δεν μας αφήνουν να πηγαίνουμε στο σαλόνι το βράδυ, για να μην κολλήσουμε κι εμείς. Και η μαμά και ο μπαμπάς φωνάζουν σα να πονάνε, πιο πολύ η μαμά. Εγώ θέλω να πάω να δω τι πάθανε, αλλά τα αδέρφια μου δεν με αφήνουν. Θα φοβούνται κι αυτοί μήπως κολλήσω κι εγώ. Πάντως μια φορά που πήγα κρυφά στο σαλόνι είδα τη μαμά και τον μπαμπά να έχουν κολλήσει ο ένας πάνω στον άλλο, και φώναζαν, επειδή δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν. Έτρεξα τότες κι εγώ να βοηθήσω να ξεκολλήσουν, αλλά ο μπαμπάς όταν με είδε τσατίστηκε και με είπε μαλακισμένο και μου είπε φύγε και μου πέταξε και την παντόφλα. Θα φοβήθηκε κι αυτός μήπως κολλήσω κι εγώ. Την επομένη ο Πέτρος μου είπε ότι είμαστε δώδεκα αδέρφια επειδή δεν έχουμε τηλεόραση, αλλά εγώ δεν τον κατάλαβα.
Ισορροπωντας πανω σε υγρες μυτες σκυλων δυο πολεμιστες παλευουν για την τιμη τους. Ενα μανιταρι γερνει στο πλευρο του ηττημενου κλαινε τα ματια της Παρθενου Μαριας. Στο ποταμι το βρωμικο επιπλεει η χαμενη δυναμη στα διχτυα του ψαρα πιαστηκε κοροιδο ο ενας. Μαυρες οι μερες, κατασπρες οι νυχτες τωρα που οι κουκουβαγιες πηγαν για υπνο.
Τρεχουν μακρια τα μαλλια της πριγκιπισσας τρεχουν και τα σαλια του γελωτοποιου στην θεα της. Δωστε του λιγη χαρα! Δωστε του λιγη χαρα!
Και τα ζωα εξω στον κηπο στησαν πανηγυρι. Γιορταζουν τον ερχομο του ασπρου ιπποτη. Ερχεται απο μακρια, απο τις ασπρισμενες βουνοκορφες. Κραταει την ανασα του και ευχεται να φτασει πρωτος. Βελη αργοποριας σημαδευουν την πλατη του. Μοχθηροι εχθροι που θελουν το κακο του. Ονειρα και Σκεψεις κανει η κυρα του. Ποτε εφτασε ο βαρυς χειμωνας; Ποτε σταματησε το ρολοι να χτυπα;
Ο βασιλιας ψαχνει μεσα στην χρυση κουπα του την τσατσαρα της νιοτης. Φοβαται την καταραμενη ασπρη τριχα. Θα τον κρεμασουν εξαιτιας της. Τον βαφτισαν σε λασπωμενο νερο, τον ξεπλυναν με χωμα και πισσα. Μενει να τρεξει γυμνος στο χωραφι με τα αγκαθια. Και στο τελος θα αγγιξει το σκηπτρο που τον περιμενει.
Εφτασε η μερα; Ακομα νυχτα ειναι;
Το δερμα της πριγκιπισσας ζαρωσε απο τον ιδρωτα. Τα μαλλια της αρχισαν να πεφτουν. Τα πηρε ο αερας και τα κολλησε πανω σε υγρες μυτες σκυλων. Η χαμενη δυναμη, τα διχτυα του ψαρα. Το μανιταρι εγινε ορχιδεα απο την θλιψη και ρευεται νοτες φλεγομενης μανιας. Ο ψαρας κλεινει το ενα ματι και σημαδευει καλυτερα. Πανω στην πλατη του ιπποτη φτανει το διχτυ του.
Ο γελωτοποιος αλλαξε την φορεσια του. Ζηλεψε τις κουκουβαγιες και παει να κοιμηθει μαζι τους. Και οι μαγικες μπαλες του κυλανε μοναχες στο αδειο παλατι. Το γελιο του χωθηκε αναμεσα στις χαραμαδες του πατωματος και εγινε κομματια κατω απο τις μποτες του ιπποτη. Και εκεινος, μπλεγμενος με τα διχτυα ψαχνει την πριγκιπισσα. Η ανασα του κολλημενη στα καπουλια του αλογου του. Τα ματια του κατακοκκινα απο το λασπωμενο νερο που του πεταξαν.
Το πανηγυρι τελειωσε… Τα οργανα παιζουν πενθιμα…
Το δωματιο στην κορυφη του πυργου κλειδωμενο. Η μυρωδια της νεκρης σαρκας μαγευει τα ορνεα που αρχιζουν να πλησιαζουν χαμογελαστα. Η πριγκιπισσα πεθανε! Η πριγκιπισσα πεθανε! Τρεξε γενναιε ιπποτη, προλαβαινεις τα τελευταια κομματια της σαρκας της πριν τα παρει το ποταμι. Και που να ηξερε ο ψαρας τι προκειται να πιασει σε λιγο… Τι ομορφη ψαρια θα ειναι αυτη… Ενα κουβα θα γεμισει με την σαρκα της…
Το ρολοι αρχισε ξανα να χτυπα. Ο χειμωνας εφυγε. Η τσατσαρα δεν βρεθηκε ποτε. Ο βασιλιας κρεμαστηκε μονος του απο ντροπη. Ο ιπποτης εμεινε να κοιταει καθηλωμενος τον πυργο. Ο ψαρας γυρισε σπιτι του. Και εκεινος ο σκυλος ακομα να σκουπισει την υγρη του μυτη… Αχ αυτη η υγρη μυτη… ποσα μπορει να προκαλεσει…
«ΙΛΙΓΓΟΣ»
ΤΟ ΘΛΙΜΕΝΟ ΛΙΒΑΔΙ ΞΕΡΟΒΗΧΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΟΠΥΡΙ… ΠΟΤΕ ΔΕ ΦΑΝΗΚΕΣ… ΔΥΟ ΜΠΛΕ ΚΟΡΜΟΡΑΝΟΙ ΑΓΚΑΛΙΑΣΜΕΝΟΙ ΠΑΙΖΑΝΕ ΚΛΑΡΙΝΟ… Η ΜΕΡΑ ΜΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΑΣΕ… ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΕΚΕΙ… ΤΟ ΚΙΤΡΙΝΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΚΑΤΟΥΡΗΣΕ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΟΥ… ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΕ ΝΗΣΙΩΤΙΚΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΦΟ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ… ΑΠΟ ΕΚΕΙ ΚΟΙΤΑΖΑ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ… ΑΜΟΥΣΤΑΚΟ ΠΑΙΔΑΚΙ ΑΚΟΜΑ, ΘΥΜΑΜΑΙ ΝΑ ΚΟΙΤΩ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΤΥΚΙΑ… ΤΟ ΜΠΛΕ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΜΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΕ ΤΟΝ ΠΑΦΛΑΣΜΟ ΤΗΣ ΦΑΛΑΙΝΑΣ… ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ…
ΣΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΕΣ ΚΑΛΛΟΝΕΣ ΛΙΚΝΙΖΑΝ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΟΔΡΑΡΙΣΜΕΝΟ ΠΑΠΛΩΜΑ… ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΓΚΟΥΣ ΜΕ ΤΑ ΧΕΛΩΝΟΝΙΝΤΖΑΚΙΑ, ΤΑ ΚΑΛΑΜΠΟΚΙΑ ΚΑΙ ΤΑ CD
ΞΑΠΛΩΣΑ… Η ΘΕΙΑ ΜΕΛΩΔΙΑ ΑΠΟ ΕΞΩΤΙΚΟΥΣ ΑΟΙΔΟΥΣ ΜΟΥ ΧΑΙΔΕΥΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ… «ΣΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ ΤΟ ΤΕΡΕΝ ΠΡΟΗΓΕΙΣΑΙ 1-0…» ΚΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ…
ΔΑΚΡΥΣΑ… ΕΝΑΣ ΠΑΚΙΣΤΑΝΟΣ ΜΟΥ ΣΚΟΥΠΙΣΕ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ… ΤΟΥ ΕΔΩΣΑ 2 ΕΥΡΩ… ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ 50 ΛΕΠΤΑ ΡΕΣΤΑ… ΑΒΥΣΣΟΣ… Η ΠΑΡΑΛΙΑ ΗΤΑΝΕ ΗΡΕΜΗ… ΔΥΟ ΠΡΑΣΙΝΑ ΜΑΤΙΑ ΜΕ ΜΠΛΕ ΒΛΕΦΑΡΙΔΕΣ ΜΕ ΚΟΙΤΑΞΑΝ ΑΠ’ΤΟ ΚΑΙΚΙ… ΚΟΙΜΗΘΗΚΑ ΣΤΟΥΣ ΒΡΑΧΟΥΣ… ΕΒΡΕΧΕ… ΣΤΟ ΓΑΛΗΝΕΜΕΝΟ ΜΟΥ ΜΥΑΛΟ ΕΙΣΕΒΑΛΑΝ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ ΝΥΧΤΕΡΙΔΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΔΟ… ΑΙΜΑ… ΟΡΓΗ… ΔΙΨΑΣΜΕΝΑ ΓΕΡΟΝΤΑΚΙΑ ΔΙΑΛΑΛΟΥΣΑΝ ΤΗΝ ΠΡΑΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥΣ ΣΕ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟ ΟΥΖΕΡΙ… ΠΑΡΗΓΓΕΙΛΑ ΓΑΛΕΟ… ΗΤΑΝ ΑΨΗΤΟΣ… ΚΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ…
ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΜΟΥ ΚΟΛΛΟΥΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΝΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΣΟΥ… ΜΕ ΕΙΧΕ ΠΙΑΣΕΙ ΔΙΑΡΡΟΙΑ… ΠΕΡΠΑΤΟΥΣΑ ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ… ΔΙΑΦΑΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΜΕ ΜΕΝΕΞΕΔΙΕΣ ΚΑΡΑΦΛΕΣ ΠΕΡΝΟΥΣΑΝ ΔΙΠΛΑ ΜΟΥ… Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΕΦΕΡΕ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ… ΚΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ…
ΚΑΤΕΛΗΞΑ ΖΑΛΙΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΜΑΡΤΙΝΙ ΣΤΟ ΛΑΥΡΙΟ… ΔΥΟ ΧΑΜΙΝΙΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΖΑΝ ΣΤΟ ΠΡΕΒΑΖΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ…. ΧΑΜΟΥΡΕΥΟΝΤΑΝ…. ΧΤΥΠΗΣΕ Η ΚΑΜΠΑΝΑ… ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ… Η ΛΗΘΗ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ ΜΟΥ ΤΑΞΙΔΕΨΕ ΓΙΑ ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΣΤΟ ΧΑΛΚΟΥΤΣΙ… ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΤΟΠΟΣ… ΜΑΓΙΚΗ ΕΡΗΜΙΑ… ΧΤΑΠΟΔΙ ΣΤΑ ΚΑΡΒΟΥΝΑ… ΤΟ ΚΛΑΜΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ ΑΝΤΗΧΗΣΕ ΣΤΟΝ ΠΝΙΓΕΡΟ ΑΕΡΑ… ΕΙΧΕ ΚΑΨΕΙ ΤΑ ΓΕΜΙΣΤΑ… ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΤΑΞΙΔΕΥΩ ΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ… ΣΕ ΜΕΡΗ ΖΕΣΤΑ ΚΑΙ ΥΓΡΑ… ΕΞΩΤΙΚΑ… ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ… ΑΠΛΥΤΟΣ… ΔΥΟΜΙΣΗ ΜΕΤΡΑ ΧΙΟΝΙ ΚΑΤΑΠΙΑ ΣΤΟΝ ΩΡΩΠΟ… Σ’ΕΨΑΧΝΑ… ΣΕ ΖΗΤΟΥΣΑ… ΣΕ ΗΘΕΛΑ…. ΚΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ….
ΣΤ’ΑΡΧΙΔΙΑ ΜΟΥ ΚΙ ΑΝ ΕΡΘΕΙΣ ΚΙ ΑΝ ΔΕΝ ΕΡΘΕΙΣ…! ΑΝ ΔΕΝ Σ’ΑΡΕΣΩ Η ΕΞΟΔΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΚΕΙ!
Ο Αι Βασίλης ήταν λιτός και φιλάνθρωπος. Πως τον απεικονίζουνε χοντρό σαν να έχει φάει ένα αρνί και να έχει πιεί και 5 κιλά κρασί; Αι Βασίλη με την μάσα που έριξες όλο το χρόνο οχι από καμινάδα δεν περνάς, αλλα ούτε από δίφυλλη πόρτα! Μήπως όντως είσαι ντεμέκ Αι Βασίλης που έλεγε και ένας φίλος μας Θεσσαλονικιός; Μήπως να σκεφτόσουνα λίγο από το ξέσκισμα σου στο φαγητό να πήγαινε και στα παιδάκια που πεινάνε; Οχι γιατί έχουμε αρχίσει και αναθεωρούμε όλες μας τις σκέψεις για την εκκλησία (δεν ξέρω αν εκεί που ήσουν άκουσες για το Βατοπέδι), κανόνισε μην σε πάρει και σένα η μπάλα! Και κάνε και λίγο διάιτα για του χρόνου γιατί είναι και ξεφτίλα να πεινάνε παιδάκια και εσύ η αναβίωση ενός λιτού Αγίου που έδινε τα πάντα στα παιδάκια και κράταγε τα ψύχουλα γι αυτόν να μας έρχεσαι ξεσκισμένος στην μάσα και στα κρασιά (γι’αυτό και τα κόκκινα μαγουλάκια…). Κανόνισε! Είμαι παντοτινός θαυμαστής του αληθινού Αι Βασίλη αλλά πρώην δικός σου. Και το γράμμα των μικρών ανιψιών μου δεν θα το στείλω ταχυδρομικώς για Βόρειο Πόλο…. Θα σταματήσω στην Βάρη, στα Βλάχικα και θα το αφήσω εκεί! Με την κοιλιά που έχεις κάνει μάλλον εκέι έχω τις περισσότερες πιθανότητες να σε συναντήσω… Πρόσεχε όμως γιατί εδώ κάποιοι κάψανε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, οπότε κανόνισε μην το σκεφτούν όπως εγώ και σε πετύχουν πουθενά, γιατί την έβαψες άπληστε μονοφαγά! Θες και cabrio ιπτάμενο! ΑΪΝΤΕ! Κάτω ο χοντρός Αι Βασίλης!
ΜΕΓΑΛΗ ΓΚΟΜΕΝΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ: δεν υπάρχει μεγαλύτερο ξεφτιλίκι για έναν άντρα από το να στηθεί κάτω από το σπίτι της γκόμενας (εν μέσω τρελής βροχής) και να την παρακαλάει, ξέροντας ότι είναι πάνω με άλλον άντρα και πιθανώς κερνιούνται κιόλας. Έχω στηθεί κάτω από σπίτι εγώ και ξέρω…
Παιζοντας στο δρομο ολοι εχουμε χωθει με τα ποδια κατω απο αμαξι για να βγαλουμε τη μπαλα που εχει κολλησει απο κατω.