Αθήνα, 19 Μαϊου 2052
Ήταν από εκείνες τις ποδοσφαιρικές βραδιές που θα θυμόμαστε για καιρό. Το 2-2 της κανονικής διάρκειας δεν άλλαξε στην παράταση, σε ένα από τα παιχνίδια που θα περιγράφοταν από το κλισέ «πλούσιο σε θέαμα». Είχε έρθει η ώρα για τα πέναλτι. Η ώρα να ξεχωρίσουν οι πρωταθλητές από τους απλούς παίκτες. Η διαδικασία χωρίς γυρισμό, που ένα λάθος θα μπορούσε να σε στείλει από τον παράδεισο των εστεμμένων στην κόλαση των κατόχων μεταλλίου δευτεραθλητή. Ο Τσέχος γίγαντας έκανε το χρέος του. Και τώρα η μπάλα είχε στηθεί στην άσπρη βούλα για ακόμη μία φορά. Μόνο που αυτή τη φορά ένα εύστοχο χτύπημα θα αποφάσιζε για τον επόμενο πρωταθλητή. Και είχε οριστεί από ένα παιχνίδι της μοίρας να το χτυπήσει εκείνος: Ο ξανθομάλλης άγγελος με το παιδικό πρόσωπο.
Στα μπαρ του Μονάχου είχαν ήδη αρχίσει να βγάζουν τις σαμπάνιες από τις κούτες. Βαυαροί οπαδοί είχαν ήδη αρχίσει να αγκαλιάζονται. Ο ψαρομάλλης τεχνικός ήδη έκανε πρόβα τις δηλώσεις του. Ο γιγαντόσωμος σκόρερ έστρωνε το μαλλί του και έκανε πρόβες σε ένα φανταστικό καθρέπτη. Ακόμη και οι συμπαίκτες του κοίταζαν απογοητευμένοι το γρασίδι. Στην Αγγλία ήδη κατηφείς φάτσες ζητούσαν το λογαριασμό από τον μπάρμαν για να αποχωρήσουν απογοητευμένοι που ούτε σήμερα τα κατάφεραν απέναντι στον προαιώνιο εχθρό.
Κι όμως, μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα πιο νοτιοδυτικά υπήρχαν κάποιοι που είχαν άλλοι άποψη. Σε μια γωνιά της Μαδρίτης οι afficionados είχαν αγκαλιαστεί με προσμονή. Σκέφτονταν τη στιγμή που θα μπορούσαν να βγάλουν από τη ντουλάπα την τιμημένη ερυθρόλευκη φανέλα με το όνομα εκείνου και να τη φορέσουν την επομένη το πρωί στο μετρό λάμπωντας από περηφάνεια όπως και τότε. Με τα μάτια κλειστά ενώνουν τα χέρια και τραγουδούν το μάντρα τους, το όνομα εκείνου, στο ρυθμό του I love you baby. Μαζί τους όλα τα outsider, όλοι οι losers, όλες οι φτωχές συμπολίτισσες, όλα τα νέα ταλέντα που δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα, όλοι οι υπερτιμημένοι, όλα τα παλτά, όλοι οι στερημένοι από τίτλους, όλοι μαζί σε μια νοητή ανθρώπινη αλυσίδα που έφτανε ως την πρωτεύουσα της Βαυαρίας.
Ακόμη και σήμερα άνθρωποι που ήταν εκεί, ορκίζονται ότι είδαν ως άλλους Δροσουλίτες τους afficionados να είναι πίσω από εκείνον και να τον ενθαρρύνουν. Και ήταν εκείνη τη στιγμή που ο άγγελος σήκωσε το σπαθί του προς τον ουρανό. Τώρα φορούσε την ερυθρόλευκη φανέλα με το μπλε σορτσάκι όπως και τότε. Κοίταξε το γκαζόν και πήρε φόρα. Τα επόμενα δευτερόλεπτα γράφηκε ένας θρύλος για τον οποίο θα μιλούσαν οι ποδοσφαιρόφιλοι για χρόνια. Τον έλεγαν Φερνάντο. Kαι ο κόσμος χρειαζόταν έναν ήρωα.