Κάθε φορά που μεγάλη ελληνική ομάδα κάνει μεταγραφή κεντρικού αμυντικού, την επόμενη μέρα οι εφημερίδες, μαζί με όλα τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε παίκτη τα οποία απαριθμεί (άλλη μεγάλη αλήθεια) ο 1ος του προπονητής -τον οποίο εχουν και σε αποκλειστικότητα- βάζουν και το «έχει και την ευχέρεια να κατεβάσει τη μπάλα από την άμυνα και να πασάρει στους μέσους».
Όταν ανάμεσα στο δρόμο που περπατάμε και σε μία πόρτα υπάρχει φιλέ του βόλεϊ τότε εμείς θα πάμε σαν υπνωτισμένοι να περάσουμε από κάτω του, είτε σκύβοντας είτε σηκώνοντάς το με το χέρι μας, αλλά πότε δεν θα πάμε γύρω του -πολύ απλά γιατί βαριόμαστε.
Το να πηγαινεις σε συναυλια φορωντας μπλουζα με σταμπα αλλου συγκροτηματος/τραγουδιστη απο αυτη του οποιου στη συναυλια πηγαινεις, ειναι σαν να πηγαινεις στο γηπεδο φορωντας φανελα διαφορετικης ομαδας απο αυτή την οποια πηγαινεις να δεις.
Κάθε φορά που ένας νέος παίκτης από μεσαία ή μικρή ποδοσφαιρικά χώρα δοκιμάζεται από ελληνική ομάδα, θα διαβάσουμε πως «θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα ση χώρα του».
Όλοι οι γονείς των οποίων τα παιδιά συμμετέχουν σε μία ομάδα, ασχέτως αν είναι ομάδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ, κρίκετ, χόκει επί χόρτου,πάγου κλπ. πιστεύουν πως έχουν βγάλει τον νέο Μαραντόνα ή τον νέο Τζόρνταν.