Μια βουλιμία έντονη νιώθω να με τυλίγει Όταν σε φέρνω στο μυαλό η όρεξη μου ανοίγει / Στο γήπεδο χιλιόμετρα κατάπινες ευκόλως Στο σπίτι όμως έτρωγες όσο μαζί ένας στόλος / Στην Κύπρο, στην Ανόρθωση, σε πήρε ο Κετσπάγια Κι αμέσως βγήκες MVP λες κι είχες κάνει μάγια / Ο ΠΑΟ σε διπλάρωσε και γίνατε αίφνης φίλοι Μην ήτανε που ήθελες να φας και το τριφύλλι; / Σαν πίνεις τούρκικο καφέ, το τρως το κατακάθι Και διαρκείας έβγαλες χρυσό στον Μπαρμπα-Στάθη / Τα σάντουιτς, τα τσίζμπουργκερ χλαπάκιαζες με βία Η λύση Νόρντιν Βόουτερ να ξέρεις είναι μία: / Σου δίνω μία συμβουλή να κορεστεί η πείνα Τυρί με λίγα λιπαρά, το αγαπημένο ΦΙΝΑ!
Ο Αμφορέας: Κορμοστασιά έχεις λυγερή, είσαι και ομορφάντρας/και ξέρεις σεξουλιάρικα τα κόλπα εσύ της τάντρας/Σαν στην Ελλάδα πάτησες πριν μήνες δεκαέξι ήξερα πως το άστρο σου κι εδώ έμελλε να φέξει/Μα σαν περνούσε ο καιρός κάτι καλά δεν πήγε/Σε μάτιασαν πουλάκι μου (κακό ματι, ουστ φύγε)/Κάποιοι σε είπαν άμπαλο, σε είπαν καιροσκόπο/Συγχώρα τους και στην οργή δώσε λιγάκι τόπο/Είπαν πως ήρθες για ένσημα και Athens by night, λες κι ήσουν Κοσταρικανός, Σεντένο, Γκόμες, Ράιτ/Τη χλίδα εσύ την ήξερες, τα κοσμικά τα είχες/Καταλανός γαρ άλλωστε, ασ’ τους να λένε τρίχες/Στο γήπεδο δεν ίδρωνες και πέρναγες ωραία/Στη μέση τα χεράκια σου, στη στάση του αμφορέα/Αχάριστοι οι Έλληνες, ποτέ δεν εκτιμούμε/Αυτό που μας χαρίζουνε και το κακολογούμε/Και τα φτερά σου τ’ άνοιξες, “γεια” είπες στην Ελλάδα/Καλή σου τύχη Μοϊζές στον πάγκο της Γρανάδα…
T’αστέρια συνωμότησαν με όλους τους πλανήτες / Με 10 νεφελώματα και έναν-δυο κομήτες. / Τα πάντα εναντίον σου,ακόμα και η μοίρα / Σε κάνανε να φαίνεσαι σαν μια μικρούλα ψείρα. / Καλές είναι οι πάσες σου κι η ντρίμπλα σου φευγάτη / Μα είναι ολοφάνερο πως έχεις χάσει κάτι / Πιο εύκολα θα έβρισκες στα άχυρα το κέρμα / Παρά το γκολ θα έβαζες σε ένα άδειο τέρμα. / Ο K.V. το δήλωσε,πως μάγια σου χουν κάνει. / Να είναι έτσι άραγε ή μήπως λάδια χάνει; / Δεν έχω άλλη εξήγηση, θα πρέπει να ναι αλήθεια / Γι’αυτό και κάποιοι πάλεψαν να δώσουν μια βοήθεια. / Κανένας δεν κατάφερε τα μάγια να τα λύσει / Κι απότομα μεγάλωσαν των γύρω σου τα μίση. / Σε γλέντησαν, σε έβρισαν, σε πέταξαν στο χώμα / Κι εσύ μονάχος σκέφτεσαι ‘’δεν ξόφλησα ακόμα’’. / Αυτή είναι κι η γνώμη μου και όρκο αν θέλεις δίνω / Κακία δεν σου κράτησα κι ας πήγες στο Λονδίνο / Στο πρόβλημα σου απάντηση εγώ μονάχα έχω. / Να κλαις και να οδύρεσαι, ε πια δεν το αντέχω! / Θυσία θα προσφέρουμε 7 παρθένες κόρες / Για νά’βρεις το σκοράρισμα, ξανά Φερνάντο Τόρες.
Σε είπανε και άγαλμα, σε είπαν τροχονόμο πως στο χωριό σου τα μπλονζον διώκονται απ’το νόμο. Χολή για σένα στάξανε των ΜΜΕ οι πένες γράφαν για σένα ολημερίς σαν να’ταν λυσσασμένες.
Πως είχες -γράφαν- αίσθηση του χώρου ξεχασμένη και πως αρνείσαι την γωνιά να’χεις καλα κλεισμένη. Πως τσακωμένοι είσαστε εσύ κι οι αποκρούσεις και πως σαν βγαίνεις το κοινό παθαίνει παρακρούσεις.
Και να που τα κατάφεραν και σ’έκατσαν στον πάγκο, βρήκανε βλεπεις σύμμαχο αυτόν τον σαλτιμπάγκο. Σ’ έβγαλε έξω απ’τα γκολπόστ μονάχα από πείσμα, βλεπείς εσύ’σαι τίμιος και δεν τον έχεις βυσμα…
Νομίζεις ότι ξέχασα πως έφυγε ο Ριέρα; Να φύγει από προπονητής, να γίνει καμαριέρα. Αλήθεια έχει δίπλωμα; Να δώσει ντοκουμέντα. Αφήνει εσένανε εκτός; Γελάνε τα τσιμέντα.
Αν θα γυρίσεις σύντομα αλήθεια δεν γνωρίζω όμως αν δεν σε ξαναδώ τον κόσμο θα γυρίζω να λέω παντού τον πόνο μου με φίλο Πάντσα Σάντσο σαν Δον Κιχώτης θα γυρνώ, μας έλειψες Κοστάντζο.
Στης Γερμανίας την ξενιτιά, εκεί στα μαύρα ξένα οι σκάουτερ που σε βλέπανε τα είχανε χαμένα. Η Νυρεμβέργη κέρδισε στο νήμα αυτή την μάχη την τύχη η ακαδημία της παίχτη εσένα να ‘χει.
Όμως ο νόστος ο πολύς για την γλυκιά πατρίδα στο Άργος πίσω σ’έφερε, εκεί σε πρωτοείδα. Ήταν δεν ήταν θα ‘λεγα το ενενηνταέξι που έμελλε το άστρο σου στον ουρανό να φέξει.
Στον Βύρωνα μυρίστηκαν πως είσαι εσύ για άλλα για φοβερά και τρομερά, για πράγματα μεγάλα. Χωρίς λοιπόν χρονοτριβή και το στυλό στο χέρι υπέγραψαν και έφεραν το νέο τους αστέρι.
Όμως δεν άντεξε πολύ αυτή η συνεργασία στα Τρίκαλα θα σ’ έβρισκε η νέα χιλιετία. Κι ύστερα το Αιγάλεω, η πρώτη σου αγάπη εξι χρονάκια μαγικά, δεν ήταν αυταπάτη.
Αφήσες στίγμα κι όνομα στην πρώτη εθνική όπου σε χρειαστήκανε εσύ ήσουνα εκεί. Το ξέρω, η αξία σου την διαφορά είχε κάνει κι όχι οι κασσέτες του Θωμά, αυτή η πιπίλα φτάνει.
Αυτό ήτανε που πρόσεξε του κάμπου ο κοσμάκης και της Α.Ε.Λ. ο πρόεδρος ο Κώστας Πηλαδάκης. Για πάρτη σου έκανε λαρτζιά, τρελό κιμπαριλίκι όμως ο κόουτς σ’ έφαγε πουλώντας νταηλίκι.
Στον Ηρακλή δεν ταίριαξες, δεν είχες σταριλίκι κατέληξες Θρασύβουλο συμπαίκτης του Κατσίκη. Τώρα στης Πάτρας τα τερέν η όψη σου δεσπόζει παίρνεις τιμές και σεβασμό που η κλάση σου αρμόζει.
Γιατί ήταν όλα σκοτεινά στα γκρίζα γηπεδά μας, ήρθες εσύ και χρώματα γεμίσαν τα ονειρά μας, ήρθες εσύ και είδαμε το φως το αληθινό ένα ρισπέκτ και άλλα δυό στον Γιάννη τον Χλωρό.
Ωδή στον Αλέκο Θεοφιλόπουλο
Μικρό παιδί σαν άκουσα την βροντερή χροιά σου Μπρος στην οθόνη κόλλησα κι η σκέψη μου δικιά σου Ο λόγος σου κι η τόλμη σου της γλώσσας μας στολίδια Κι άσε τον Κούιτ-Καϊτ-Κόουτ να τρώει τα γρασίδια
Ο Καναβάρο σήκωνε την κούπα στους αιθέρες Μα εσύ μπροστά σου έβλεπες του παρελθόντος μέρες Φαν Μπάστεν πάσα στον Ντε Γιόνγκ κι ο Μπέργκαμπ να σκοράρει Ασίστ του Μπέκαμ στον Τζορτζ Μπέστ κι ο Γκούτι να πλασάρει
Κακά, Πελέ και Αλνταϊρ σε βίντατζ Βραζιλία Ο Ζινεντίν στην σύνταξη μα κάπτεν στην Γαλλία Οι Σβαϊνστάϊγκερ και οι Κάν τι να σου πουν για μπάλα Συστήματα τους άλλαζες σε ρόμβο και τραμπάλα
Ρομπίνιο δεν έπαιζε, τον βάφτιζες Ρομάριο Μα προς τιμήν σου φυσικά δεν άλλαζες τροπάριο Η ειρωνεία σου χολή προς κάθε διαιτητάκο Σχολείο ήσουνα εσύ για Τσόχο και Σαμπράκο
Πέρασαν χίλια μουντιάλ, τσάμπιονς λίγκ και γιούρο Κορφαίοι παίκτε με τουπέ μα εσέ σε είχαμε ντούρο Θα το φωνάζω όσο μπορώ κι άλλη φωνή ας μην έχω Πάντα πιστός σου οπαδός, για σένανε Αλέκο
Της Κρήτης θρέμα-γέννημα, της ποδοσφαίρομανας έμαθες μπάλας μυστικά, αστέρι της αλάνας. Τ’ αριστερό το πόδι σου και τα προσόντα τ’ άλλα σ’ έκαναν και ξεχώριζες σαν μύγα μες το γάλα.
Ψηλός, γερός αθλητικός, ταυρί σωστό σας λέω να γίνει αστέρι ήτανε στο μέλλον του μοιραίο. Κι αν ήξερε μπάλα πολλή, κοντά χίλια καντάρια τον τράβηξε η άμυνα, μπροστά απ’τα δοκάρια.
Τις σέντρες του προτίμησε σε όλους να χαρίζει πάντα από πίσω αριστερά, στου μπακ το μετερίζι. Κι αν το δεξί του κένταγε δεν το’ χε και για πρώτο τ’ αριστερό ζωγράφιζε σαν σε καμβά στο χόρτο.
Στον ΟΦΗ τον γνωρίσαμε, οχτώ χρονάκια μπάλα έπαιξε και μας χάριζε στιγμές μεγάλες πάντα. Και σαν έφτασ’ η ώρα του μεταγραφή να πάρει στα πόδια του απλώσανε χρυσό και κεχριμπάρι.
Μ’ αυτός σαν ήταν τίμιος δεν κοίταξε το χρήμα και ντύθηκε στα πράσινα, αλλιώς θα το ‘χε κρίμα που θ’ άφην’ αβοήθητο τον ΠΑΟ της καρδιάς του για παν δεν είχε τα λεφτά, σε πείσμα της γενιάς του.
Το νταμπλ σήκωσες εσύ, στην πρώτη την χρονιά σου και τσάμπιο λιγκ μας έβγαλες με γκολ απ΄τα δικά σου. Μετά για κάμπο τράβηξες, γιατί ήθελες να παίζεις δεν είχες τόση υπόμονή, δεν ήσουνα Καρνέζης.
Στα Γιάννενα τωρα ξανά την Σουπερ Λιγκ θα οργώσεις κι όλα τα αντίπαλα εξτρέμ θα τα κατατροπώσεις. Όμως εγώ δεν σε ξεχνώ, σαν του Ντρογκμπά τον κώτσο θα σ’εχω πάντα στην καρδιά, μεγάλε Λιάκο Κώτσιο.
Στης μπάλας το στερέωμα, στης Super League τα μέρη
ήρθες φορτσάτος ξαφνικά μια μέρα μεσημέρι. Όχι δεν ήρθες με σοφέρ, λίμο και κυριλίκια ήρθες με κιτρινο ταξί κι ουχί παπατζιλίκια.
Το λαϊκό σου το προφίλ κι η ταπεινή σου φύση ήταν αυτά που στην ΠΑΕ κατεύνασαν την κρίση. Ωσάν αλεξικέραυνο λειτούργησες για όλους μπήκες μπροστά και έταξες άγγελους και διαβόλους.
Σαν άντρας ντόμπρος, σοβαρός, που ο λόγος σου μετράει έχεις χιλιάδες τα κονέ, σε Τζέντα και Ντουμπάι. Εκεί λοιπόν τα μίλησες με πρίγκιπες βαρβάτους πρίγκιπες-κροίσους και τρανούς, κολώνες του έκει κράτους.
Τους έδειξες στο DVD αγώνες της ομάδας, τους πρότεινες να γίνουνε ηγέτες της αρμάδας. Κι ήταν οι ντρίμπλες του Γιοσού κι οι σέντρες του Λουκά τους Άραβες που πείσαν’ να τα σπρώξουνε χοντρά.
Αμέσως καταστρώσατε διάσωσης το πλάνο και για Αθήνα σ’ έβαλαν στο πρώτο αεροπλάνο. Στον Τζίγκερ πρόταση έκανες μα είχες ατυχίες, λουμπάγκα, αρρώστιες και λιμούς, των κούριερ απεργίες.
Δυό μήνες ένα γνήσιο μας κόστισε εντέλει κι ήταν αυτό που έκοψε των Μ.Μ.Ε. το μέλι. Φαρμάκι στάζαν -φίλε μου- πως είσαι σαλτιμπάγκος όμως σαν πάρεις την ΠΑΕ θα τους εφάει ο πάγκος.
Είδηση να μην ξαναδούν, καν’ το βαρύ πεπόνι ούτε για Τέβες μην τους πεις μα ούτε και για Ρόνι. Απ’ το youtube θα βλέπουνε τους άθλους και την μπάλα που θα ζαλίζει στα τερέν ο μέγας Σικαμπάλα.
Εμείς, να ξέρεις, ξέρουμε πως λές μόνο αλήθεια και πως σαν έρθεις τα Τσου Λου θα γίνουνε συνήθεια. Όμως πολλή η γκίνια σου και φαίνεται πως κάτι και κάποιος, κάπου, κάποτε σου έριξε το μάτι.
Σήμερα είναι η μέρα σου, Τρίτη και δεκατρία κι όλο τον πράσινο λαό τον τρώει η αγωνία. Παίξε την μπάλα που μπορείς κι έξω απ’τα δόντια πες τα δώσε τυράκι στον λαό, δώσε ρε Βλάση ρέστα!
Σ’ αυτό τον τόπο τον καλό, τον άρτια μπαλωμένο ήρθε μια μέρα ΔΝΤ, να ναι καταραμένο. Ήρθε και μας επλήγωσε, δε φέρνουμε πια παίχτες τους έχουμε στο βερεσέ σα να ‘τανε και φταίχτες.
Γυρνάει ο φίλος ο καλός και με σπουδή μου λέει με άπειρα τα δανεικά, εκείνο που τον καίει. Τι λες μωρέ, τα χρέη φτάσανε στη στρατόσφαιρα και συ μας τα ζαλίζεις πάλι με τα ποδόσφαιρα;
Ξέρω, τα μέτρα είναι βαριά, μα πήραμε το κολάι θα τα βολέψουμε κουτσά-στραβά,αρκεί το τόπι να τσουλάει. Ο Θρύλος έδωσε γροθιά στο Ράιχ των χρεών και ας σταθεί παράδειγμα στην πάλη των λαών
Η Παοκάρα προχωρά, ο Λέτο ξεσπαθώνει καθώς ο Γιώργος στο γκρεμό τη χώρα τη ζυγώνει. Να περιμένει, να του πεις, προτού χαθεί το άθλημα μήπως και πάρει φέτος η ΑΕΚ το πρωτάθλημα.
Και τούτο πάλι αν δεν συμβεί δεν φταίει η ομάδα μα διαιτητών σφυρίγματα που έρχονται αράδα, κοράκια έχει εκδρομή στο τέλος του αγώνα Σύνταγμα, Πλάκα και Βουλή, κοκτέηλ δακρυγόνα.
Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει Barton, Van Bommel και De Jong ειστ’ όλοι δολοφόνοι!
The Notebook
Στεντώριος είσαι άθρωπας (το λέει και τ’ όνομά σου) Για σένα είναι περήφανος στο Τρόμσο ο μπαμπάς σου Το χτένισμα του Ζέτερμπεργκ, το στιλ του Ανατολάκη Τα πάντα τα σημείωνες στο ιερόν μπλοκάκι
Δεν είσαι απλά προπονητής, εσύ ‘σαι συγγραφέας Ποιος Χέμινγουεϊ, ποιος Γκάαρντερ και ποιος Κουμανταρέας; Τα τρόπαια μαζεύεις σαν να ‘σουνα συλλέκτης Μπροστά σου ο Μουρμουρίνιο μοιάζει ρακοσυλλέκτης
Στον Πειραιά σε λάτρεψαν ο Τζόλε κι ο Ζιοβάνι Που όσα έκαμε ο Πελέ, μόνο αυτός τα κάνει Στη Χέρενφεϊν σ’ αγάπησαν – τους πήρες πρώτη κούπα Μα σαν υπέγραψες στην Γκενκ έπεσες μες στην τρούπα
Το χέρι γιατί άπλωσες στο νέτο κακομοίρη; Δεν ήξερες πως στην ψειρού ήθελε να σε σύρει;
Μα δεν πιστεύω όσα λεν, ο μύθος σου δεν φθείρει Έχεις φατσούλα ήρεμη, μουτράκι νοικοκύρη Είν’ όλα ψέματα φριχτά και κατασκευασμένα Ο Τροντ ο Σόλιντ που αγαπώ θα μείνεις για εμένα