Άλλο ένα όχι. Ακόμη μία απόρριψη. Πίστευε ότι τα βήματά του τον οδήγησαν σωστά αυτή τη φορά. Φευ… Περπάτησε ακόμη ένα αδιέξοδο μονοπάτι. Η λάμψη του κεραυνού φώτισε το τοπίο, ένας τρελός με μια μάσκα πόνου ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του. Δίπλα του, η πηγή της δυστυχίας του, ή κατ’ άλλους ο τρόπος να ξεφύγει απ’ τη μιζέρια. Νερό ανακατεμένο με ζωή. Η μπόρα ήρθε αλλά δεν έφερε μαζί της τη λησμονιά. Σκέφτηκε πως η βροχή είναι τα δάκρυα του θεού και ένα σημάδι Του που αποδεικνύει πως συμπάσχει πότε-πότε με τα δημιουργήματα Του. Χάρηκε με τη σκέψη του κι ας μην πίστευε στο θεό. Μεγάλες, εξαγνιστικές σταγόνες έπεσαν στο έδαφος. Την αγαπούσε, ναι. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Σε τελική ανάλυση το ίδιο δεν ήταν; Κι όμως αυτή δεν θα μπορούσε να τον καταλάβει. Ναι, δεν θα μπορούσε. Μια σταγόνα έπεσε στο νοτισμένο χώμα και στα σωθικά του. Την παρακολούθησε, μέχρι που την απορρόφησε εξ’ ολοκλήρου η πεινασμένη γη. Πότε επιτέλους θα μπορούσε να ελευθερωθεί από τα δεσμά του εαυτού του; Πότε επιτέλους θα κοίταζε στον καθρέπτη χωρίς να ντρέπεται γι’ αυτό που θα αντικρύσει; Πότε επιτέλους θα αντιμετώπιζε την αλήθεια κατάματα δίχως τον παραμικρό φόβο στη ματιά του; «Ποτέ πια», είπε το κοράκι και πέταξε μακριά ανοιγοκλείνοντας χαιρέκακα τα φτερά του…
Το βρώμικο ‘88
Ήθελα να αλλάξω δρόμο για να μην πέσω πάνω τους, μα από λάθος ξεχάστηκα και πέρασα μπροστά από εκείνο το καφενείο στα Σεπόλια. Και ήταν όλοι εκεί… Από μακριά μου έκανε νόημα μόλις με είδε ο Γιάννος ο Λεμπέσης που ο πατέρας του ήταν από το Μεσολόγγι κι η μάνα του απ’ τα Αγρίνιο, μακρινή ξαδέρφη του Μπάμπη του Τεννέ, που έχει το συνεργείο στον Κολωνό με την μεταλλική μπλε εργαλειοθήκη βαμμένη με πινέλο, με την αφίσα στη μέση του Αρδίζογλου και δίπλα εκείνη τη ξεβράκωτη και το αυτόγραφο του Σαλαμπάση.
Κάθονταν πάλι στο ίδιο το τραπέζι αυτούνο που βαστάζει εδώ και χρόνια. Αν κι έπιασα την κουβέντα απ’ τη μέση ήξερα πολύ καλά τι τους έλεγε. Την έχω ακούσει άλλωστε τόσες φορές τούτη δα την ιστορία. Τους μίλαγε για εκείνη την χαράκια που ‘χει στο πρόσωπο από εκείνον τον άτιμο τον Γιουκοσλάβο, Κροατικής καταγωγής, από το 1988. Τότε που ο Γιάννος ο Λεμπέσης έμπλεξε σ’ έναν καυγά στη ταβέρνα ενός πατριώτη στο Βισμπάντεν γιατί είχε πάρει ξεκάθαρα, αντρίκια και παλικαρίσια -αν και ΑΕΚ, αν και το μόνο που ήξερε από μπάσκετ ήταν πως η μπάλα είναι στρογγυλή- το μέρος του Παναγιώτη του Γιαννάκη τότες στο Ντεν Μπος, που είχε αρπάξει απ’ το λαιμό κι έβριξε τον Ντράζεν και το αγάρηνο σκυλί τότενες, πισώπλατα του την έκαμε τη ζημιά. Τώρα πως πισώπλατα και στο πρόσωπο αυτό είναι άλλο θέμα κι όποτε ρωτούμε ο Γιάννος κάμει να μας ξαναμιλήσει καμιά βδομάδα…
Ο Μιχαλιός της κυρά Δέσπως, της πλύστρας που πνίγηκε το στεφάνι της πριν 30 χρόνια σε ένα γκαζάδικο όξω απ’ το Εϊλάτ όλο βλαστημά «Τον εφάγανε μωρέ οι Εβραίοι, την κατάρα μου να’ χουν» τον εκέρασε κρασί. Σε καμιά ώρα τον Γιάννο δε θα τον εβαστάνε τα κανιά του στο ίσωμα και θα ξωμείνει εδώ μέχρι να τον εδιώξει ο Μπάρμπα Νίκος ο καφετζής. Ο Σήφης, ο σοβατζής που χει να κάνει μεροκάματο δυο μήνες κι όλο παζάρι στον Σταύρο της κυρά Μάρως το στερνοπαίδι, τον περιπτερά του κάμει για καμιά έκπτωση ή τράτο στα τσιγάρα φωνάζει «Φέρε ορέ Μπάρμπα Νικολή κατιτίς να πιούμε».
Ο Γέρο καφετζής που ψηφίζει χρόνια τώρα ΠΑΣΟΚ αλλά μιας και τον έπιασε κι αυτόν η κρίση «ένεγκα η ανάγκη, βλέπετε» όπως λέει αναγκάστηκε να βάλει φρουτάκια πίσω στην αυλή, αποκρίνεται από μέσα «Να φέρω ένα Cutty Sark απ’ το Αιγάλεω λιγάκι πειραγμένο που μου το ‘δωκε ο μπατζανάκης μου, που είναι και φτηνιάρικο;» «Οι ‘δα ! Ρακή πίνουν μωρέ οι άντρες». Κι εγώ που έχω το βιβλίο του Τσόμσκι στα χέρια, το κρύβω κάτω από την μπλούζα την Λακόστ τη μαϊμουδιάρικη. Γιατί θα μα αρχίσουν στις ερωτήσεις και που να εξηγώ. «Δε πιστεύω να ‘ναι δαύτο… Χικ… τίποτα απ’ αυτά… Χικ… τα αδερφίστικα;» ή «Γιάντα έγινες ορέ απ’ αυτούς τους κουλτουριάρηδες που γυρνοβολάνε μ’ αυτές τις άπλυτες με τις αξύριστες μασχάλες και λένε την χωριάτικη γκρικ σάλαντ; Ή εκείνο το «Ρε μπας κι έγινες κουμμουνιστής; Εμένα ρε το γιο μου τον πάντρεψε ο Κατσιφάρας. Ήταν κι ο Κίμωνας ρε ο Κουλούρης στο γάμο κι ο Βενιζέλος, αμούστακο παιδί ακόμα κι αν δεν ήταν στο Νταβός θα ερχόσαντε κι ο Αντρέας με την κυρά του, θυμάστε τότε με το μέα κούλπα το ‘88». «Αχ, το ’88. Τότες που με χαράκωσε εκείνος ο μπαμπέσης ο Κροάτης. Άτιμη ράτσα» θα πει στα σίγουρα ο Γιάννος ο Λεμπέσης και θα ξαναρχίσει την ιστορία του πάλι απ’ την αρχή…
ΠΡΟΤΕΙNOΜΕΝΟ Ε-ΜΑΙL ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΑΠΟ ΕΤΑΙΡΙΑ (ΚΥΡΙΩΣ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΗ)
Κάποια στιγμή όλα τα όμορφα τελειώνουν… όπως και όλα τα πράγματα (ευτυχώς γιατί καταντάει κουραστικό) Μετά από 3 και κάτι μήνες σε αυτή την απίθανη εταιρεία / οργανισμό / καραβάνι της χαράς, ήρθε η ώρα και εγώ να κουνήσω το μαντήλι. Ήταν 100 περίπου 8ώρα που πραγματικά με συγκλόνισαν! Θα χτυπάω για καιρό το κεφάλι μου στον τοίχο για όλες αυτές τις πεταμένες ώρες. Δεν έκανα ούτε φίλους, ούτε εχθρούς γιατί σπάνια μιλούσα στο τηλέφωνο και ακόμη πιο σπάνια έβγαινα από το γραφείο, οπότε αν υπάρχει κάποιος που παρεξηγήθηκε μαζί μου, έ εντάξει τι να πω, έλεος και ήμαρτον μαζί! Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω κάποιον για όλα τα απίθανα πράγματα που θα μπορούσα να μάθω, αλλά αμφιβάλλω αν μπορεί να μιλήσει ή να γράψει κάποιος εδώ μέσα ελληνικά.
Επίσης πριν πω το τελευταίο αντίο θα ήθελα να ανακοινώσω με κάθε σοβαρότητα ότι το καζανάκι στάζει εδώ και μέρες, ας το φτιάξει κάποιος! Επίσης (τρίτο στην σειρά) έχω την υποψία ότι είναι ένας γέρος στους διαδρόμους που κρατάει κάτι φακέλους και κάνει βόλτες, παίζει να έχει απολυθεί κάτι χρόνια, ας τον ενημερώσει κάποιος Επιπλέον (το άλλαξα αυτή την φορά) έλεος με τις «σαύρες» εδώ μέσα, κινδυνεύουμε να τις πατήσουμε και να λερωθούμε, προτείνω απεντόμωση.
Κάπου εδώ σας αφήνω, μην με πάρετε τηλέφωνο, μόλις φύγω θα αλλάξω νούμερο κινητού, σπίτι, γκόμενα (και μία λάμπα που έχει καεί στο χολ)… Και για να σας φύγει η περιέργεια, είμαι πλέον ο νέος βοηθός του Μπαρμπαλιά, και αύριο πρωί πετάω για Ουζμπεκιστάν, πάω να τσεκάρω έναν combo guard τύπου Νίκου Ζήση (με προυπηρεσία στα Μπολσόι…)
Για πάντα δικός σας, Gabriel “Omar” Batisturta
Σαν έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος… έτσι φαντάζει στα μάτια μου ο Πάμπλο ο Γκαρσία, ο άνθρωπος (;) που έχει μετατρέψει μια σπάνια στις μέρες μας συμπεριφορά σε πραγματική τέχνη, την τέχνη του «τσαμπουκαλευομαιβαραωβρίζωαποβάλλομαι».
Και τι είναι; Ένας τύπος με την πλούσια κόμμη από την Ουρουγουάη. Θα μπορούσε να ήταν κι από την Κούβα μιας και η μενταλιτέ του θυμίζει τον αλήστου μνήμης Tony Montana, με την εξαίρεση ότι ο Πάμπλο είναι και σκατόφατσα συγκριτικά με τον Αλ Πατσίνο, χώρια το μαλλί που είναι σαν αποτυχημένο περουκίνι. Γνωρίζοντας όμως ότι ο Tony ήταν κατά βάθος συμπαθής στο κοινό (που να πιάσει κόψιμο τον τσούστη που του την έπαιξε από πίσω με τη διμούτσουνη), ο Πάμπλο έχει στοχεύσει στη συνέχιση του θεάρεστου προφίλ που προώθησε ο πρώτος διδάξας! Κάνοντας τη μία τσουρουκιά πίσω απ’ την άλλη, ο μικρός Λατινοαμερικανός μασίστας έχει καταφέρει να μοιράσει σε μία σεζόν πιο πολλά μπουκέτα και κλωτσίδια από όσα μοιράζει ο Steven Seagal σε τρείς ταινίες.
Είναι απολύτως βέβαιο ότι όλοι οι υγιείς φίλαθλοι λατρεύουν την παρουσία του Πάμπλο Γκαρσία στα γήπεδα της χώρας μας (ειδικά οι Ολυμπιακοί και οι Παναθηναϊκοί). Θα ζητήσω όμως άφεση για την αμαρτία που θα εκστομίσω και θα προτείνω τους εξής τρόπους προκειμένου να δούμε τί άλλο ρεπερτόριο έχει αυτός ο παίκτης-πριμαντόνα της σφαγής:
1) Έρανο για την εξαγορά της ρήτρα του συμβολαίου του και για την πληρωμή της μεταγραφής του στην πρωταθλήτρια Θιβέτ. Με τόσους μοναχούς, μπορεί να τη δει βουδιστής και να κουλάρει.
2) Ένταξη σε πρόγραμμα καθημερινής προπόνησης με τον αγαπημένο «ξανθό» του ελληνικού αθλητισμού, Γιάννη Ιωαννίδη. Ευνόητοι οι λόγοι.
3) Διοργάνωση αγώνα Πάμπλο Γκαρσία – Μιχάλη Ζαμπίδη. Να δούμε βρε αδερφέ τί μπορεί να κάνει απέναντι σε κάποιον στοιχειωδώς σοβαρό αντίπαλο, αφού πρώτα ο Iron Mike κάνει μερικά μαθήματα Ισπανικών για να μπορεί να τον μπινελικώνει άνετα και να ανάψουν τα αίματα, όπως πρέπει δηλαδή.
Αν όλα αποτύχουν, καταλήγουμε σε εγκλεισμό του Πάμπλο σε κελί του Γκουαντάναμο μαζί με την Έφη Θώδη. Πού θα πάει, ακόμα και ο ογκόλιθος της Ουρουγουάης θα λυγίσει, του κιαρατά!
Υ.Γ. Πολλά συγχαρητήρια στον κόσμο, τους παίκτες και τη διοίκηση του ΠΑΟΚ. Αυτοί ξέρουν.
Λοιπόν θέλω να στείλω μια υπεύθυνη γνώμη στην ανεύθυνη εκπομπή σας για το θέμα με τα καταλανικά και για το αν είναι σωστό το Camp Nou ή το Nou Camp. Επειδή μιλάω καταλανικά εγώ και ξέρω και κυρίως επειδή η κοπελιά είναι γλωσσολόγος και ξέρει καλύτερα ισχύουν τα εξής: α) Το σωστό είναι το Camp Nou. Όπως λέει και ο ψηλός σημαίνει «το γήπεδό μας». β) Το Nou Camp σαν έκφραση δεν υφίσταται γραμματικά και συντακτικά. Γιατί όμως η σύγχιση; Τα καταλανικά είναι μια μεσσαιωνική γλώσσα. Κατά το 12ο αιώνα τα γαλλικά και τα ισπανικά ήταν η ίδια γλώσσα. Με τα χρόνια και κυρίως λόγω του γεωγραφικού διαχωρισμού και της περιορισμένης κινητικότητας πληθυσμών οι γλώσσες εξελίχθηκαν διαφορετικά σε αυτές που αναγνωρίζουμε σήμερα ως Français και Castillano (δηλαδή τη διάλεκτο της Καστίλλης που είναι τα επίσημα ισπανικά. Σημείωση: κανείς στον ισπανόφωνο κόσμο δε λέει ότι μιλάει Español, αλλά Castellano). Τα καταλανικά είναι με ελάχιστες διαφοροποιήσεις εκείνη η αρχαϊκή γλώσσα που δεν εξελίχθηκε στην πορεία του χρόνου. Απόδειξη ότι υπάρχουν καταλανόφωνοι πληθυσμοί στη Νότια Γαλλία, Δυτικά της Μασσαλίας και Νότια της Τουλούζ, οι οποίοι χρησιμοποιούν μια καταλανική διάλεκτο που οι Γάλλοι ονομάζουν Occident (Δυτικά) ή Provençal (Επαρχιώτικα). Στα καταλανικά το «μας» είναι nou (nôtre στα γαλλικά και nuestro στα ισπανικά). Όμως το «νέο» είναι nu, προφέρεται «νου» και είναι ομόηχο με το άλλο nou που σημαίνει «μας» (nouveau στα γαλλικά και nuevo στα ισπανικά). Ας πόυμε ότι στην καταλανόφωνη Βαλένθια η ομάδα το νέο της γήπεδο θα το πει Nu Mestalla. Κάπου εκεί γίνεται και το μπλέξιμο, λόγω ίδιας φωνητικής απόδοσης. Σας τα εξήγησα ωραία;
Δηλώνω απερίφραστα ότι θα βρω αυτό το ανθρωπάριο που με μάτιασε και είμαι σα να έχει πέσει πάνω μου η βόμβα της Χιροσίμα, του Ναγκασάκι και παράλληλα να έχω τις παρενέργειες του Τσέρνομπιλ. Τύπε, επειδή τύπος θα είσαι μιας και το κακό το μάτι δε θα το έστελνε νέτο, θα σε βρω. Θα σε πιάσω και μετά θα μάθεις γιατί δε θα ‘πρεπε να τα βάλεις μαζί μου. Άντε, μάθαμε τα πισώπλατα. Καθίκι.
Ευγένιε Τριβιζά, μόνο εσύ φόρεσες τα γυαλιά του Στάθη Ψάλτη και στάθηκαν επάξια στ’ αυτιά και τη μύτη σου. Μόνο εσύ κατάφερες να είσαι εγκληματολόγος στο επάγγελμα και παράλληλα να γράφεις παιδικά βιβλία. Μόνο εσύ είχες την ικανότητα να μας χαλάς τις διακοπές παρεισφρύοντας ακόμα και σε αυτό το ιερό τμήμα της ζωής ενός παιδιού. Μόνο εσύ μπορούσες να ονομάσεις «Χαρούμενες» τις διακοπές μας όταν τις συνόδευαν τα βιβλία μελέτης σου, «για να ακονίζουμε το μυαλό και να μη σκουριάζει από τους τρεις μήνες σχολικής απραξίας». Μόνο εσύ θεώρησες ότι επειδή δεν πηγαίναμε σχολείο θα έπρεπε η ίδια και αυτοδίκαιη έννοια των διακοπών να διαρραγεί και να καταργηθεί. Μόνο εσύ αποτέλεσες το πλέον αμφιλεγόμενο πρότυπο γονέων και μαθητών, έχοντας την ευρεία αποδοχή των γονέων και τη μηδενική ανοχή των μαθητών, αλλά μόνο εσύ κατάφερες και κέρδισες την Κόκα Κόλα σε δικαστική διαμάχη όταν προσπάθησε να ονομάσει «Φρουτοπία» ένα αναψυκτικό της χωρίς τη δική σου συγκατάθεση.
Εισαι ο Τζειμς. Εδω και μιση ωρα διαλογιζεσαι κλεισμενος στην τουαλετα. Οι συμπαικτες σου σε ψαχνουν. Το παιχνιδι αρχιζει σε 5 λεπτα. Ομως δε σε νοιαζει. Ουτε τι ειχε να πει ο προπονητης. Ξερεις οτι εχεις σεντρε μπακ παλληκαρια. Ξερεις οτι εισε ο καλυτερος της χωρας σου. Ενας απο τους 5 καλυτερους του κοσμου. Οχι, δε σε φοβιζουν οι Πολωνοι Κλοζε και Ποντολσκι. Ουτε ο Λαμ, ουτε ο μικρος τουρκος. Τι να σου πουν αυτοι; Λουζερς ειναι. Κι ομως στο μυλο σου στριφογυριζει αυτος. Αυτος, που μπορει σε μια ανυποπτη στιγμη να σε κατασπαραζει. Να σε ξεσκισει. Να σε τεπεινωσει. Να σου φαει τα χερια με το γαντια, να σου καταπιει τα καλαμια με τις επικαλαμιδες. Αυτος ο ενας. Ο μοναδικος που μπορει να σε νικησει. Ο ΓΙΑΜΠΟΥΛΑΝΗΣ!
Έγραφα στο Word τη λέξη «Γκόντζος» και ο ορθογραφικός έλεγχος δεν την αναγνώρισε. Αρνήθηκα για λόγους ευθιξίας και ηθικής τάξης να την κάνω προσθήκη στο λεξικό. Δεν είναι δυνατόν να μην αναγνωρίζεται ο φάρος της πράσινης επανάστασης, ο ηγέτης του πράσινου προλεταριάτου που εργάζεται για την ανάδειξη του μέσα από σκληρούς αγώνες και θυσίες. Το όνομα του, ΚΥΡΙΟΙ ΤΗΣ MICROSOFT ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ, ΘΑ ΓΝΩΡΙΣΕΤΕ ΟΜΩΣ ΤΗΝ ΠΕΝΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΙΛΙΚΤΗ. Τολμήστε τώρα στο επόμενο Office να μην αναγνωρίζεται η λέξη, το λήμμα, ο όρος «Γκόντζος».
Υπάρχουν άνθρωποι που ξεδίνουν ακούγοντας Σωκράτη (Μάλαμα εννοείται) αγκαλιά με ένα μπουκάλι ρακί. Εγώ δεν μπορώ έτσι. Θέλω να παίξω μπάσκετ. Όχι ποδόσφαιρο. Αυτό το προτιμώ τον χειμωνά. Θέλω μπάσκετ. Με την σπυριαρα, που λένε οι κακεντρεχείς. Θέλω να τρέξω. Να σπρώξω. Να πηδήσω. Να βρισω! Να πω “καλάθι και φάουλ, είκοσι όλα στα εικοσιδύο”. Να ιδρώσω. Να κουραστώ και να είμαι πιασμένος στα καλάμια την επόμενη μέρα. Πάμε άλλο ένα;