Αν ο Γκόντζος ήταν η επική «2001: Οδύσσεια του Διαστήματος» του αξεπέραστου Στάνλεϊ Κιούμπρικ, εσείς θα ήσασταν η ομοίως επική τετράωρη διλογία «Οδύσσεια ενός Ξεριζωμένου», του ωσαύτως αξεπέραστου Νίκου Ξανθόπουλου… Μετά τιμής, Ανδρέας
Στο λυκαυγές του 21ου αιώνα, σε μια κοινωνία γοργόρυθμων κοινωνικών δομών και πολύπλοκων μετασχηματισμών, όπου το άτομο καλείται ενίοτε να γίνει φορέας αλληλοσυγκρουόμενων καθημερινά ρόλων, σε μια εποχή θάμβους και παράκρουσης, όπου o σημερινός Homo Consumens, στον οποίο κομμάτια του εαυτού μας αναγνωρίζουμε όλοι μας, πόρρω απέχει από την αρχέγονη εικόνα του Homo Sapiens…
(ανάσα)
…Αν ο Γκόντζος ήταν ο Ορλάντο Μπλουμ, εσείς θα ήσασταν πατάτες μπλουμ.
Μετά (χολιγουντιανής) τιμής, Ανδρέας
Και αναρωτήθηκε το θλιμμένο σύννεφο: <μα το Μανιτού, γιατί να μη δακρύζουν πια οι πεταλούδες;»... ΑΛΛΑ, αν ο Γκόντζος ήταν το νέο επετειακό τεύχος του Αστερίξ (που έχω πάρει σβάρνα 56 περίπτερα κι ακόμα να το βρω), εσείς θα ήσασταν ο Ριζοσπάστης που επιμένει να «προσγειώνεται» κάθε Κυριακή στην πόρτα μας, παρ' ότι η μακαρίτισσα η γιαγιά μου είχε διακόψει τη συνδρομή από το 1985!
«Aμ-στρα-ντάμ, μια σαμπρέλα κάνει μπαμ, τ’ αυτοκίνητο κουτσαίνει, πέταξ’ έξω την Ελένη, τ’ αυτοκίνητο ζαβό, είν’ Πεζό (ουπς, σόρι – γκρίζα διαφήμιση)»… ΑΛΛΑ, αν ο Ακερσεκόμης, Μουσηγέτης, Σιτάλκας Κώστας Γκόντζος ήταν η γλυκιά προσμονή του επερχόμενου Μουντιάλ (σαν να λέμε «Χριστούγεννα και Πάσχα μαζί»), εσείς θα ήσασταν η θλιβερή αναπόληση της προηγούμενης συμμετοχής μας το ’94 (σαν να λέμε «κηδεία και μνημόσυνο μαζί»). Μετά τιμής, Ανδρέας
Νιώθοντας αδήρητη την ανάγκη να πλύνω το στόμα μου με ροδόνερο και αναλογιζόμενος το μάταιο του απειροελαχίστου της ύπαρξής μου μπροστά στο κλέος του ανθρώπου και της φιλοσοφίας που Αυτός ως στάση ζωής πρεσβεύει, διαπράττω τη θανάσιμη ύβρη να συλλαβίσω το όνομά του φθόγγο φθόγγο, σε στάση προσοχής και προσευχής συνάμα, λέγοντας ότι: Aν ο ένας, ο ρηξικέλευθος, ο νουνεχής, ο εμβριθής, ο ευπροσήγορος, ο καλλικέλαδος, ο υπερθεϊκός, ο uber alles Γ (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Κ (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Ο (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Ν (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Τ (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Ζ (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Ο (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) Σ (Πράσινε Θεέ, το μεγαλείο ΣΟΥ) ήταν το «Ασμα Ασμάτων» του Σολομώντος, εσείς θα ήσασταν το μεταμεσονύχτιο πρόγραμμα Trash TV του τηλεοπτικού σταθμού Mad με επιτυχίες, όπως «Ο Λαρισαίος», «Κατρίν», «Θέλεις τραλαλά, θέλω τραλαλό» και πολλά άλλα… Υ.Γ. Πάω για εξομολόγηση τώρα, διότι επικαλέστηκα το όνομά Του επί (Ντι) ματαίω…
«Fratelli d Italia, L Italia s è desta, Dell’elmo di Scipio S’è cinta la testa.
Dov’è la Vittoria? Le porga la chioma, Chè schiava di Roma Iddio la creò.
Stringiamci a coorte Siam pronti alla morte
L’Italia chiamò…»
(Ο εθνικός μας ύμνος είναι, Καμορανέζι! Μήπως να στο μεταφράσουμε και στα αργεντίνικα; Ε; Άϊντεεεε!…)
…AΛΛΑ…
Αν ο – nothing but – Γκόντζος ήταν η μαγευτική, ονειρώδης, ανεπανάληπτη παραμονή Πρωτοχρονιάς παρέα με την… (ξέρει αυτή!) στην Αιώνια Πόλη με βόλτα στη Via Veneto, ψώνια στη Via Condotti, εσπρέσσο στο Cafe Greco και κατάληξη στην Piazza di Spagna για αλλαγή χρόνου, ξεφάντωμα και grappa μέχρι το πρωί…
…εσείς θα ήσασταν η ίδια παραμονή Πρωτοχρονιάς που βρήκε τον πατέρα μου και τον ξαδερφό μου να παίζουν τάβλι από τις 8 το βράδυ της μέχρι το άλλο απόγευμα και με τελικό σκορ… 75-69! Και διαλέξτε εσείς ποιος θα ήταν τα πούλια και ποιος τα ζάρια…
Μετά (εορταστικής) τιμής, Ανδρέας
“Σήήήήμεεεερα γά- σήμερα γάάάάμος γίνεεεεταιιιιιι (δις) σ’ ωραίίίίίίοοο πεεεριβόόόόλι, σ’ ωραίίίίο πεεεεεριβόλι….” ΑΛΛΑ… Αν ο Γκόντζος ήταν ο χλιδάτος γάμος της αδερφής μου στο Γκολφ της Γλυφάδας με όλες τις ανέσεις, με περιποιήσεις full-extra, με μπουφέ μεγαλύτερο απ’ τη μύτη του Παπαλουκά και με ένα φορτηγάκι γεμάτο λουκουμάδες και παγωτά να κόβει βόλτες όλη την ώρα ανάμεσα στα τραπέζια μας, εσείς θα ήσασταν το Dvd της τελετής, το οποίο έχω παρακολουθήσει γύρω στις 639 φορές, διότι η μάνα μου το δείχνει σε όόόόλες της φίλες της που έρχονται επίσκεψη, παρακαλώντας / απαιτώντας να είμαι παρών για να της προσφέρω τα φώτα μου, διότι δεν ξέρει να χειριστεί τη σατανική συσκευή που ονομάζεται dvd-player…
Μετά (νυμφευτικής) τιμής, Ανδρέας
Πουιγκρενιέ Πουιγκρενιέ, θέλεις να παίξεις με Καντέ; Πουιγκρενιέ Πουιγκρενιέ, μπροστά θα σου’χω και Σισέ… ΑΛΛΑ, Αν Ο Γκόντζος ήταν το αισθησιακό στριπτίζ δίμετρης θεάς σε χάι νάιτ στριπ κλαμπ της Νέας Υόρκης, εσείς θα ήσασταν το ελαφρώς ατσούμπαλο στριπτιζ του… Μπάμπη (ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΗ της Αννίτας) στο εξίσου εξωτικό νάιτ κλαμπ «Αλκατράζ» που κάναμε πρόσφατα το μπάτσελορ ενός φίλου.
“Είσαστε όλες ίδια ράτσα, πώς να το κάνουμε, μα η καρδιά δεν είναι κάλτσα να την μαντάρουμε…”
ΑΛΛΑ…
Αν ο Sui Generis Κώστας Γκόντζος ήταν οι εμβληματικοί Αφοι Κατσιμίχα με τις “Τρύπιες Σημαίες”, τον τελευταίο κοινό τους δίσκο, μετά τον οποίο μας αποχαιρέτησαν ως δίδυμο για δέκα χρόνια και μέχρι τη φετινή τους επανασύνδεση…
…εσείς θα ήσασταν οι θρυλικοί, οι ανυπέρβλητοι, οι from here to eternity Αφοι Χαϊτίδη με την “Τρύπια Κάλτσα”, το διαχρονικό τους ultra/extra/super/big/mega hit, με το οποίο μας αποχαιρέτησαν έμπλεοι συγκίνησης από τη λατρεμένη συχνότητα του Καναλιού 67 (και με τον εκ δεξιών Αφό Χαϊτίδη να ερμηνεύει κλάιγοντας σπαρακτικά, βγάζοντας εκείνη την ώρα το παπούτσι του και επιδεικνύοντας την – τρύπια, εννοείται – κάλτσα του στην κάμερα)…
Μετά (δίδυμης) τιμής, Ανδρέας
Χωρίς περιστροφές, νέτα σκέτα, ντόμπρα και σταράτα, καθαρά και ξάστερα, δίχως ανούσιους προλόγους και εισαγωγές που βρίθουν εξυπνακισμών, ανοήτων λογοπαιγνίων, χαζοχαρούμενων αστεϊσμών βρεφονηπιακού επιπέδου και λοιπών ανεπιτυχών προσπαθειών μείωσης του κύρους, της υποστάσεως, της προσωπικότητος, της επιφάνειας, του εκτοπίσματος, του εύρους και του μεγαλείου του Ανδρός… (ανάσα) Αν ο Γκόντζος ήταν ο Τζίμης -respect- Πανούσης, εσείς θα ήσασταν ο Τζίμης ο Τίγρης και ο Τζίμης Μακούλης.