Στης μπάλας το στερέωμα, στης Super League τα μέρη
ήρθες φορτσάτος ξαφνικά μια μέρα μεσημέρι. Όχι δεν ήρθες με σοφέρ, λίμο και κυριλίκια ήρθες με κιτρινο ταξί κι ουχί παπατζιλίκια.
Το λαϊκό σου το προφίλ κι η ταπεινή σου φύση ήταν αυτά που στην ΠΑΕ κατεύνασαν την κρίση. Ωσάν αλεξικέραυνο λειτούργησες για όλους μπήκες μπροστά και έταξες άγγελους και διαβόλους.
Σαν άντρας ντόμπρος, σοβαρός, που ο λόγος σου μετράει έχεις χιλιάδες τα κονέ, σε Τζέντα και Ντουμπάι. Εκεί λοιπόν τα μίλησες με πρίγκιπες βαρβάτους πρίγκιπες-κροίσους και τρανούς, κολώνες του έκει κράτους.
Τους έδειξες στο DVD αγώνες της ομάδας, τους πρότεινες να γίνουνε ηγέτες της αρμάδας. Κι ήταν οι ντρίμπλες του Γιοσού κι οι σέντρες του Λουκά τους Άραβες που πείσαν’ να τα σπρώξουνε χοντρά.
Αμέσως καταστρώσατε διάσωσης το πλάνο και για Αθήνα σ’ έβαλαν στο πρώτο αεροπλάνο. Στον Τζίγκερ πρόταση έκανες μα είχες ατυχίες, λουμπάγκα, αρρώστιες και λιμούς, των κούριερ απεργίες.
Δυό μήνες ένα γνήσιο μας κόστισε εντέλει κι ήταν αυτό που έκοψε των Μ.Μ.Ε. το μέλι. Φαρμάκι στάζαν -φίλε μου- πως είσαι σαλτιμπάγκος όμως σαν πάρεις την ΠΑΕ θα τους εφάει ο πάγκος.
Είδηση να μην ξαναδούν, καν’ το βαρύ πεπόνι ούτε για Τέβες μην τους πεις μα ούτε και για Ρόνι. Απ’ το youtube θα βλέπουνε τους άθλους και την μπάλα που θα ζαλίζει στα τερέν ο μέγας Σικαμπάλα.
Εμείς, να ξέρεις, ξέρουμε πως λές μόνο αλήθεια και πως σαν έρθεις τα Τσου Λου θα γίνουνε συνήθεια. Όμως πολλή η γκίνια σου και φαίνεται πως κάτι και κάποιος, κάπου, κάποτε σου έριξε το μάτι.
Σήμερα είναι η μέρα σου, Τρίτη και δεκατρία κι όλο τον πράσινο λαό τον τρώει η αγωνία. Παίξε την μπάλα που μπορείς κι έξω απ’τα δόντια πες τα δώσε τυράκι στον λαό, δώσε ρε Βλάση ρέστα!
Σ’ αυτό τον τόπο τον καλό, τον άρτια μπαλωμένο ήρθε μια μέρα ΔΝΤ, να ναι καταραμένο. Ήρθε και μας επλήγωσε, δε φέρνουμε πια παίχτες τους έχουμε στο βερεσέ σα να ‘τανε και φταίχτες.
Γυρνάει ο φίλος ο καλός και με σπουδή μου λέει με άπειρα τα δανεικά, εκείνο που τον καίει. Τι λες μωρέ, τα χρέη φτάσανε στη στρατόσφαιρα και συ μας τα ζαλίζεις πάλι με τα ποδόσφαιρα;
Ξέρω, τα μέτρα είναι βαριά, μα πήραμε το κολάι θα τα βολέψουμε κουτσά-στραβά,αρκεί το τόπι να τσουλάει. Ο Θρύλος έδωσε γροθιά στο Ράιχ των χρεών και ας σταθεί παράδειγμα στην πάλη των λαών
Η Παοκάρα προχωρά, ο Λέτο ξεσπαθώνει καθώς ο Γιώργος στο γκρεμό τη χώρα τη ζυγώνει. Να περιμένει, να του πεις, προτού χαθεί το άθλημα μήπως και πάρει φέτος η ΑΕΚ το πρωτάθλημα.
Και τούτο πάλι αν δεν συμβεί δεν φταίει η ομάδα μα διαιτητών σφυρίγματα που έρχονται αράδα, κοράκια έχει εκδρομή στο τέλος του αγώνα Σύνταγμα, Πλάκα και Βουλή, κοκτέηλ δακρυγόνα.
Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει Barton, Van Bommel και De Jong ειστ’ όλοι δολοφόνοι!
Πιο πέρα απ’τον Ατλαντικό, στην μακρινή Αργεντίνα γεννήθηκε και του ‘μελλε να έρθει στην Αθήνα. Στον ΠΑΟ μπορεί να έφτασε για λίγα μόνο πέσος μα ήταν τέτοια η κλάση του, ξεχώρισε αμέσως.
Tα drive του απίθανα, η έκρηξη προσόν του κανένας δεν αμφέβαλε ποτέ για το ποιόν του. Ακόμα κι αν δεν ήτανε στο μέγεθος του Γκάλη μπροστά του ποιός ετόλμησε το σώμα του να βάλει;
Τις άμυνες σμπαράλιαζε γιατί έτρεχε με χίλια πολλά γι’ αυτόνε είπανε μα όλα από ζήλεια. Κανένας δεν κατάφερε, κι αυτό ήταν η αιτία, να τον κρατήσει άποντο σ’ αυτήν την κοινωνία.
Τον είπανε ατσούμπαλο, πως τρέχει σαν κριάρι κι ότι αυτός πρωτάθλημα δεν πρόκειται να πάρει. Μα όλοι διαψεύστηκαν, τους έβγαλε όλους λάθος γιατί μιλούσε στο παρκέ το μέγα του το πάθος.
Τώρα η βάνα έκλεισε, το χρήμα εχει στερέψει κι η εποχή η λαμπερή ποτέ δεν θα επιστρέψει. Ούτε παιχτάκια NBA, ούτε μεγάλοι αστέρες που σαν κι εσένα έρχονταν, πάν’ οι καλές οι μέρες.
Το μπάσκετ μας το σκέπασε ψιλή μελαγχολία η απουσία σου Ούγκο μου η βασική αιτία. Που’ναι τα χρόνια τα καλά κι η εποχή εκείνη που στα παρκέ μας κένταγε ο Ούγκο Σκονοκίνι;
Στους Πόντιους της Βέροιας, πιο δίπλα απ΄την Κοζάνη μαζεύτηκαν οι σκάουτερς μετά από φιρμάνι, να δούνε τότε νεαρό και φέρελπι πορτιέρο που’χε ψυχή και τσαμπουκά σαν να΄ταν ο Μοντέρο.
Μαγεύτηκαν απ΄τα ρεφλέξ που έδειχνες να έχεις την θέση ήταν προφανές καλά πως την κατέχεις. Τους έπεισες πως πάνω σου πολλά μπορούν να χτίσουν και άμυνας τον κέρβερο για πάντα να σ’ορίσουν.
Προσπάθησαν και κέρδισαν υπογραφή δική σου στο πρώτο και καλύτερο συμβόλαιο της ζωής σου. Σε τράβηξαν στα νότια, σε φέραν στην πρωτεύουσα σε μια ομάδα της «κορφής» και όχι δευτερεύουσα.
Βοήθησες τα μέγιστα, δυό κούπες σε δυό χρόνια έπιασες πέναλντυ σωρό, τα γκολ ήταν σαν χιόνια, που σπάνια ερχόντουσαν και γρήγορα ξεχνιούνταν και κάποια λάθη σου μικρά, γρήγορα ξεπερνιούνταν.
Ακόμα κι όταν πέρασαν τις ΑΕΚ οι εξάρσεις εσύ ‘σουν πάντα αγέρωχος και πάντα στις επάλξεις. Έδινες πάντοτε ψυχή και σώμα και ψυχάρα στην άμυνα έδινες πνοή, γιατί ‘σουν αρχηγάρα.
Όμως κι αν πήρες τελικό με πέναλτυ οβίδα στον πάγκο σε αφήσανε και σου ‘στριψε η βίδα. Κι αν φάνηκαν αχάριστοι, αλήθεια, απέναντι σου εσύ έφυγες σαν κύριος κι αυτό είναι προς τιμήν σου.
Τα βρόντηξες και έφυγες γιατί δεν το βαστούσε γκολκίπερ της αξίας σου σαν δεύτερος να ζούσε. Στον ΠΑΟΚ της καρίερας σου φινάλε το μεγάλο μα είν’ η φυγή σου, ανοιχτή, πληγή το δίχως άλλο.
Πλέον γεμίσαμε ντεμέκ γκολκίπερ της δεκάρας, ποιος να καλύψει το κενό ετούτης της παιχτάρας; Στην εκκλησιά κάθε πρωί θα πιάνω ένα στασίδι και στον Θεό θα εύχομαι για νέο Ατματζίδη.
Στην Άντερλεχτ, στο Βέλγιο, έστω κι αν δεν υπάρχει ξεκίνησες και έδινες σε κάθε εξτρέμ για να ‘χει. Στα αριστερά της άμυνας εσύ ήσουν ένα τοίχος της θέσης ήτανε γραφτό να είσαι εσύ ο μύθος.
Το κέντρο σαν το πέρναγες ζαλάδες προκαλούσες και άνετα αντίπαλους με χάρη προσπερνούσες. Μα είχες και επιστροφές, τάκλιν μ’αυτοθυσία να τρέξεις πίσω ν’αμυνθείς δεν ήταν αγγαρεία.
Κι ήρθε για σένα η στιγμή να κάνεις μέγα άλμα να γίνεις παγκόσμια πιο γνωστός και από τον Ντε Πάλμα. Στην Τσέλσι προ Αμπράμοβιτς εσύ έγινες σημαία με Τζόλα, Έϊντουρ, Ντεσαγί περνάγατε ωραία.
Όχτώ χρονάκια κράτησε αυτό το παρεάκι μα το΄σπασε ο Μουρίνιο, που κάκο χρόνο να’χει. Σε έφαγε μπαμπέσικα χωρίς να δώσει βάση χωρίς καθόλου να σκεφτεί πως έναν σταρ θα χάσει.
Στην Νιούκαστλ βρήκε τελικά στερνό νησιού λιμάνι μέχρι να πάρει απόφαση για Αμέρικα να την κάνει. Τριανταδύο έφτασε, μα εγώ δεν το πιστεύω πώς πρέπει το ταλέντο του να πάψω να χαζεύω.
Για πάντα θα ‘σαι στην καρδιά μεγάλε και φιρμάτε ο κόσμος θα’ναι πιο φτωχός μα πάντα θα θυμάται: Όποιος μαζί σου τα ‘βαλε φλερτάρισε τον χάρο εσύ αιώνιε έφηβε, Σελέστιν Μπαμπαγιάρο.
Στ’ ονείρου σου την ζεστασιά, σε μια γωνιά του πάγκου πίνεις ρακί και τσικουδιά εις την υγειά του σπάγκου, που άλλοθι σου έδωσε αφού λεφτά δεν βάζει του Κάστρο η απώλεια σου έμεινε μαράζι.
Με σιγουριά το μπάχαλο, γλαρώνεις κάπου-κάπου και βλέπεις όνειρα τρελά, πως κλείνεις τον Λουκάκου. Με σέντερ φορ τον Κλέιτον, δεκάρι τον Βιτόλο κάνεις το ματ στην τακτική, κερδάς τον κόσμο όλο.
Στον ύπνο σου το Τσάμπιονς Λίγκ πήρες δια περιπάτου ομάδα έφτιαξες γοργή, που τρέχει του θανάτου. Σαν Ράμπο ονειρεύεσαι Σπυρόπουλο, Μαρίνο και Φαν ντερ Σααρ φαντάζεσαι τον Στέφανο Καπίνο.
Που είναι το θεάρεστο το έργο που έχεις κάνει; Που έκανες παλαίμαχους Νίνη και Κατσουράνη; Η άμυνα η περσινή, εφέτος γιατί μπάζει; Μήπως σερβίρετε κουκιά και κάποιους τους πειράζει;
Δεν θέλω να κατηγορώ, να κάνω εγώ τον σπιούνο μ’απ’τον Τοτσέ καλύτερα τον Βάγγο τον Καούνο. Που ‘χει το γκολ προάγει πια, σε δεύτερη του φύση με δυό διπλά και πέντε ΦΙΞ το deal θα είχε κλεισει.
Σε προκαλώ ορθάνοιχτα παραίτηση να θέσεις των Πορτογάλων την σχολή άλλο να μην εκθέσεις. Να πας στο Οπόρτο φίλε μου και όσο θες κοιμήσου ήρθε ο καιρός για σύνταξη, Φερέιρα παραιτήσου!
Τhe African El Mago
Μεσ’ του Μαρόκο το χαμό αστέρας θ’ ανατέλει Του ογδοντα δυο (’82) άνοιξη, η έρημος τον θέλει Τότε γεννιέται o μυθικός της μπάλας δαμαστής ποτέ μπροστά του μη βρεθείς γιατί θα ζαλιστείς
Μα το ταλέντο του γοργά, Γαλλία παει ν’ανθίσει και στην αλάνα της Γκενιόν αυτός θα ξεκινήσει, αμέσως όλους θάμπωσε κι αυτό γιατ’ είχε κλάση και τη Σοσο ακολούθησε, στο Ουεφα για να χάσει…
Να χάσει τότε απ’ αυτούς, που η μοίρα του το ξέρει, το κόκκινο αναγέννηση στο μέλλον θα του φέρει. Δύσκολα χρόνια και έρημα ήρθαν έτσι μοιραία Μα η ώρα εξιλέωσης έφτασε μεσ’το εννέα
Πριν απ’ το θρύλο πέρασμα είχες στην Αρκαδία για δυό χρονάκια αγροτικό έκανες με bastia.. Μαλλί κόντο το κούρεψες, ελίτσα στο τσαούλι τις ντρίμπλες σου τις έκανες, τρέλανες τον ”θειούλη”
Για το λιμάνι τράβηξες, σου άρεσε η πόλη με μπρίο μπάλα χαϊδευες και σε ζηλεύαν όλοι Το 11 του Djordjevic συ πήρες στη φανέλα και οι οπαδοί περίμεναν να σκίζεις τη βαζέλα
Μα πασαπόρτι πέταξε στα μούτρα σου ο Ερνέστο και δυο κουβέντες για να πει φωνάζει το Μοντέστο: ”Απο εντεκάδα μακρυά ήσουν όλα τα έτη, Μπροστά σου πάντα ορθώνονταν Ρομενταλ και Γκαλέτι”
Μα ντριμπλες και τα μαγικά που φτιάχνει ο Ζαϊρί κανείς στης λίγκας μας το pitch το ξέρω δε μπορεί Για σένα και στο facebook θα κόψω κάθε add αρκεί εσύ να ξαναρθείς, στο θρύλο Ζαουάντ…
Στην Τενερίφη άρχισες, να το κλωτσάς το τόπι, κι αργότερα σου έμελλε πρωτείο στην Ευρώπη. Μα και στον κόσμο ολόκληρο, εσύ έχεις τα πρωτεία. Στο διεθνές ποδόσφαιρο, έγραψες ιστορία.
Μας ήρθες στα δεκαεφτά, μες στην ακαδημία. Παιδί έγινες γνήσιο της θρυλικής Μασία. Την μπάρτσα βήτα ανέβασες πολλές κατηγορίες, και τότε σου εδώσανε καινούριες ευκαιρίες.
Τις άρπαξες απ’ τα μαλλιά, σαν έκανες ντεμπούτο, οι αντίπαλοι σε είδανε και πάθανε σκορβούτο. Απ’ τη γραμμή ορμώμενος, μπουκάρεις προς τα μέσα, κάνεις τις άμυνες χωνί, παίχτης είσαι με μπέσα.
Μικρός κοντός και γρήγορος, τρέχεις ωσάν διαόλι και το δικό σου finishing το ‘χουν θαυμάσει όλοι. Την κάθε φάση κρίσιμη, με κλάση θα τελειώσεις. Είσαι αυτός που σκόραρε σ’ όλες τις διοργανώσεις.
Ας λένε ό,τι θέλουνε, αυτοί οι μαδριλένοι και όσοι σε ζηλεύουνε, μόνο αυτό τους μένει. Θέλουνε να σε ψέξουνε, σε λένε θεατρίνο, μα ‘χεις κοχόνες γίγαντες, βουλώνουν και τον Ρήνο.
Η ομάδα σε εμπιστεύεται και είσαι βασικούρα. Τυχαίο δεν είν’ τίποτα, εσύ είσαι παιχτούρα. Το πόδι σου φαρμακερό, θα φέρει κι άλλες νίκες. Είσ’ ένας και μοναδικός, εσύ Πέδρο Ροντρίγκεζ.
Τι άραγε να σκέφτονταν της Μπόλτον τα Αγγλάκια; / Που Ice Man σε βάφτιζαν πριν δώδεκα χρονάκια; / Τους πάγους μήπως σκέφτονταν, που έχει η Ισλανδία; / Απ’όπου εσύ ξεκίνησες και πήγες Ολλανδία; / Τον τρόπο που στα δύσκολα ποτέ σου δεν κωλώνεις; / Το ότι με την ντρίμπλα σου, τους άλλους τους παγώνεις; / Ή άραγε να σκέφτονταν πως έχεις κρύο αίμα; / Και όλοι ενθαρρύνονται απ’το ήρεμο σου βλέμμα;
Μπορεί να είναι όλα αυτά,μπορεί και παραπάνω. / Μα κι αν ποτέ δεν μάθουμε, τον ύπνο μου δεν χάνω. / Και όσοι σε χλευάζουνε, σε λέν’ ραμολιμέντο, / δεν ξέρουν πως δε χάνεται ποτέ του το ταλέντο. / Για όλα τούτα σκέφτηκα τον τρόπο να σε υμνήσω / με ένα ακόμα δίστιχο, χωρίς εγώ να βρίσω. / Γιατί να θέλω πρόεδρο Σεϊχη Αλ Μανσούρ; / Σαν έχω στην ομάδα μου εσένα, Εϊντούρ;
ΟΙ ΕΦΤΑ ΝΑΝΟΙ ΣΤΟ S/S CORUNA.
Σώκρατες είχες πρότυπο, παιδί απ’τον Αμαζόνιο, Σώκρατες ποδοσφαιριστή, που δεν κατάπιε κώνιο.
Έξι χρονών δεν ήσουνα, σε πήραν στην Φλαμένγκο, τα σέντερμπακ τ’αντίπαλα να τρέχεις σαν τον Βέγγο.
Ως τα εικοσιτρία σου, δεκαεφτά χρονάκια, αρχιμανδρίτες έκανες, παπάδες, διακονάκια, μα ήσουν φύση ανήσυχη, ήθελες άλλο ρόλο, κι έφτασες Άπω Ανατολή ωσάν τον Μάρκο Πόλο.
Μπαλίτσα εκεί τους έμαθες, κι η χάρη σου ήταν τόση, που εσένα είχε πρότυπο Νακάτα Χιντετόσι.
Κορούνια πήγ’ο Ρίμπο κι εσένανε η Παλμέιρας πήρ’αντικαταστάτη, γκουρού της Καποέιρας. Και την επόμενη χρονιά, η μοίρα πως τα φέρνει, Ρίμπο η Μπάρτσ’αγόρασε,Ντεπόρ εσένα παίρνει.
Στ’αριστερά σου είχες τον Φραν, μεγάλο καπιτάνο και δεξιά τον Βίκτορα τον Σάντσεζ τον Ντελ Άμο.
Ρόυ Μακκάυ’χες μπροστά μαζί με τον Τριστάν, κι εσύ τους μοίραζες ασίστ σα να’σουν o Ζιντάν. Στις ντρίμπλες ήσουν μερακλής και στις ποδιές ειδήμων τα σουτ λες και μελέτησε σπουδαίος επιστήμων.
Μετ’από χρόνια δύσκολα, χαμένες ευκαιρίες, στη Γαλικία έδωσες πολλές επιτυχίες.
Πρωτάθλημα με δεκαεφτά νίκες στο Ριαθόρ, κι ο Ιρουρέτα δίδασκε πως παίζεται το σπορ. Βασίλισσα εκατό χρονών, διοργάνωσε και πάρτυ, μα της το χάλασες εσύ, στο τσίγγινο παλάτι.
Γι’αυτό εγώ σου έγραψα αυτό το λίγο ποί’μα, με μέτρο άτσαλο, κουτσό, κι υποτυπώδη ρίμα, κάποιον μπορεί να ενέπνευσε το ατμόπλοιο Κυρήνεια, με εμένα η μούσα μου είσαι’συ, τεράστιε Τζαλμίνια.