Παίζω Pro 2009, και για πρώτη φορά το mode Become a Legend, όπου φτιάχνεις και ελέγχεις έναν μόνο παίκτη. Η γυναίκα μου, η οποία μου έχει κάνει δώρο το παιχνίδι, διαβάζει ενα βιβλίο και ψιλοπαρακολουθεί το ματς.
Ο Marcello Paulo, ο παίκτης μου, καλείται για πρώτη φορά στην Εθνικη Βραζιλίας. Εξαιρετική μπαλιά απο τον Κακά, φεύγω τετ α τετ και σκάω λόμπα στον τερματοφύλακα. Έχω πετάξει το controller, κανω τσουλήθρα στα γόνατα στο σαλόνι δείχνω τον ουρανό και κάνω το σταυρό μου
Η γυναίκα μου παρακολουθεί αυτήν την επίδειξη ωριμότητας με ψυχραιμία και μια απορία:
– Καλά, γιατί έκανες καθολικό σταυρό;
– (Με απόλυτη φυσικότητα) Αφού είναι Βραζιλιάνος…
Η καμενιά σε όλο της το μεγαλείο
Οδηγός μπροστινού μου αμαξιού, όταν πετάχτηκε μπάλα από προαύλιο σχολείου μπροστά του, σταμάτησε και την επέστρεψε στα παιδάκια. Ενώ εγώ φαντασιωνόμουν τα τσαλίμια που θα έκανα με την μπάλα αν ήμουν στη θέση του, πώς θα την έστελνα συστημένη στο «Γ» του φανταστικού τέρματος που χρησιμοποιούσαν τα παιδιά -κι ενώ τον ζήλευα θανάσιμα- αυτός ο ΞΕΝΕΡΩΤΟΣ ΦΛΟΥΦΛΗΣ την πέταξε με τα χέρια σαν τη ΛΟΥΛΟΥ!
Ένα καλύτερο στατιστικό στοιχείο που πιστεύω ότι ο σεβαστός στατιστικολόγος (και στατιστικολάγνος) κύριος Γαλάνης θα αναλύσει μέχρι αηδίας είναι η τυπική απόκλιση της ταχύτητας κάθε παίκτη από τη μέση τιμή της. Αυτό βεβαίως, όπως και κάθε άλλο στατιστικό, μπορεί να διαβαστεί από 2 και περισσότερες πλευρές. Μία μεγάλη τιμή της τυπικής απόκλισης σημαίνει ότι ο παίκτης πηγαίνει με ιδιαίτερη ορμή και θέληση να επιτελέσει το θεάρεστο έργο του μέσα στο γήπεδο (βλέπε Nigel de Jong) αλλά μπορεί να σημαίνει και ότι σε μεγάλο μέρος του παιχνιδιού παρακολουθεί πόσα περιστέρια θα γλιτώσουν από τις αγαπημένες σέντρες (“αγγλικές” που λέει και ο Σωτηρακόπουλος στο Προ) του Λουκά Βύντρα.
Βλέπω τις εξελίξεις όπως βλέπει και ο Νίκος Ζήσης το καλάθι (σαν κλειδαρότρυπα)….
Διαγράφεται σαν αποτυχημένος ο περίεργος Λιθουανός με το σοφιστικέ στυλ, και επαναφέρουν τον Δενδρινό, ο οποίος φέρνει πίσω την παλιά φρουρά: Κακιούζη, Παπανικολάου και Κυριάκο Βίδα.
Με δεδομένη την επιστροφή του Βούδα, ο οποίος μεταξύ άλλων ειδικεύεται στις «ενεργητικές αναπαύσεις» και τις 30άρες από Αυστραλούς, Λιθουανούς και όποιον μπορεί να σκάσει την μπάλα χωρίς να την κοιτάει, η επίσημη αγαπημένη μεταλάσσεται σε κάτι αντίστοιχο με τους Harlem -Globetrotters, με σαφείς όμως επιδράσεις από Benny Hill show και Super Bingo.
Το οποίο στην πράξη σημαίνει ότι στα 2 συνεχόμενα επιτυχημένα σουτ εντός παιδιάς ο αγώνας διακόπτεται και γίνεται κλήρωση για μία περούκα α λά Νίκος Γκάλης επί εποχής Σίτον Χολ και δωρεάν συμμετοχή στο κάμπ των Ρεντζιά, Παπανικολάου και Σια (γνωστοί και ως «’Αμπαλοι χωρίς Σύνορα») για έναν μήνα.
Κάπου εκεί ο αρχιερέας του ελληνικού μπάσκετ ή αλλιώς Σωλήνας, τα παρατάει οριστικά (;) αφού προχωράει σε ανατριχιαστικές αποκαλύψεις για την επιτυχία του ’87: Το μούσι του Φίλιππα ήταν αποκριάτικο!
Ο Σκουντής καλεί σε επείγουσα σύσκεψη το δημοσιογραφικό ιερατείο του αθλήματος (πλην Χατζηγεωργίου ο οποίος απλά δεν υπάρχει!) και αποφασίζουν να προχωρήσουν σε ανθρωποθυσία ώστε να εξευμενίσουν τους θεούς του ελληνικού μπάσκετ, για να φυσήξει επιτέλους ούριος άνεμος και να φύγουν τα πλοία από την Καρχηδόνα! Π… όλα με λίγα λόγια…
Σε μία ενέργεια απαράμιλλου θάρρους και βλακείας προσφέρεται εθελοντικά ο… Χρήστος Τσέκος, ο οποίος βουτάει στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ (της οποίας τα δικαιώματα έχει πάρει εδώ και αρκετά χρόνια ο Βασίλης Σκουντής) μαζί με το ακόντιό του!
Όπως είναι λογικό οι Θεοί τα παίρνουν άσχημα στο κρανίο καθώς έγινε θυσία ακοντιστή (ούτε καν επικοντιστή) και όχι καλαθοσφαιριστή. Το τίμημα βαρύ, καθώς καταδικάζουν την επίσημη αγαπημένη να παίζει για τα επόμενα 20 χρόνια με βασικούς τον κόμπο γκάρντ Νίκο Ζήση aka «ΜΟΝΟ ΣΙΔΕΡΟ» και τον Μιχάλη Κακιούζη, μετρ της κίνησης χωρίς μπάλα και εκτός γηπέδου!
Τελειωτικό χτύπημα, το ιερατείο διαλύεται και όλοι ανεξαιρέτως ξεκινάνε μεταδόσεις καλλιτεχνικού πατινάζ, ενώ ο Κωστάλας ζοχαδιασμένος τα παρατάει και ξεκινάει να περιγράφει αγώνες ρίψεως κορμών στην Σκωτία.
Και για να μην ξεχνιόμαστε, στο επόμενο τεύχος θα έχουμε ανάλυση της ναυμαχίας του Ναυαρίνου με την φιλική συμμετοχή του Ηλία Μπαζίνα.
Ο οποίος, μεταξύ άλλων, αποκαλύπτει το ρόλο που διαδραμάτισε μία ομάδα κομάντο πυγμαίων του Αμαζονίου στην εν λόγω ναυμαχία, με αρχηγό έναν μαστόδοντα (φανατικό φίλο δηλαδή του συγκροτήματος Mastodon).
Αληθινή ιστορία: Είμαι 26 χρονών και έχω γνωρίσει πρόσφατα νέτο που το γουστάρω πολύ σε όλα του αλλά κάποιος ανεξήγητος λόγος με κάνει να διστάζω να κάνω την τελική κίνηση. Έχω φτάσει στο σημείο που είτε την κάνω είτε καίω την ιστορία. Είμαι εντελώς στο όριο όταν χτες παίρνω τη μεγάλη απόφαση. Παίρνω α) μισό τελάρο μπύρες, β) το MP3 μου με full extra καψουροτράγουδα παλαιάς κοπής και γ) τέλος τους δρόμους με τα πόδια περνώντας από κομβικά μέρη όπως το Λύκειό μου, το φροντιστήριό μου, την πλατεία που άραζα μετά κλπ. Σκέφτομαι διαρκώς τι πρέπει τελικά να κάνω όταν ξαφνικά ο δρόμος με έφερε μπροστά από ΕΚΕΙΝΟ το παγκάκι. Εκείνο που έγινε όλη η κατάσταση και φίλησα ΑΥΤΗ πρώτη φορά στα 16 μου. Την πρώτη μου μεγάλη καψούρα, φυσικά συμμαθητρία. Οι μπύρες είχαν κάνει τη δουλειά τους και δεν δίστασα. Την παίρνω τηλέφωνο και της λέω να έρθει εκεί. Και ήρθε…
Αρχικά αμηχανία όπως είναι φυσικό αν και τα πάντα έμοιαζαν όπως τότε. Οι διάφορες τυπικές κουβέντες «Τι κάνεις; Πως τα περνάς; Που δουλεύεις;» κλπ. γινόνταν απλά μέχρι να πάρω το θάρρος και να κάνω την ερώτηση για την οποία έγινε η συνάντηση: «Θυμάσαι;». Μέσα σε κάποια κλάσματα του δευτερολέπτου ξαναέζησα χρόνια ολόκληρα. Με κοίταξε με ένα βλέμμα που, δεν ξέρω αν όντως είναι τέτοιο στην πραγματικότητα αλλά, για μένα χτες περιείχε ΟΛΑ τα συναισθήματα και έλεγε τα πάντα. Έκανε να κουνήσει το κεφάλι καταφατικά αλλά δεν πρόλαβε. Την άρπαξα και τη φίλησα. Όπως τότε. Πριν προλάβουμε να πούμε οτιδήποτε άλλο της είπα την ίδια ατάκα με τότε, αδιαφορώντας αν 10 χρονιά μετά ακούγεται αντικειμενικά αστεία: «Θες να τα φτιάξουμε;».
Από χτες, έτσι απλά, είμαστε ξανά μαζί. Δεν ξέρω αν θα κρατήσει, δεν το νομίζω κιόλας για να πω την αλήθεια τώρα που δεν επιδρούν πια και οι χτεσινές μπύρες. Ξέρω όμως πως τόσα συναισθήματα μαζί θα περάσουν χρόνια για να τα ξαναζήσω. Και σίγουρα ξέρω πλέον τι ήταν αυτό που με κρατούσε με την άλλη που γνώρισα και όλες τις κατά καιρούς άλλες. Η πρώτη, άσβεστη, μεγάλη και αυθεντική καψούρα που αν δεν την ζούσα, συνειδητά πλέον, θα ήταν πάντα σε κάποια άκρη του μυαλού μου και θα με εμπόδιζε. Τώρα πια όχι, όπως κι αν κλείσει. Υπογραφή; Κανονικά έχω μια σταθερή αλλά σήμερα δεν έχει σημασία. Υπογραφές, ψευδώνυμα, ονόματα και ό,τι άλλο έχει επινοήσει η ανθρώπινη λογική δεν έχουν θέση σε τέτοιες καταστάσεις. Μιλάει απλά το συναίσθημα.
Κύριε Δώνη ή κύριε Κυδώνη ή κύριε Φέτα Δωδώνης ή όπως διάολο σας λένε δεν νομίζετε ότι έχει παρατραβήξει το αστειάκι? Που νομίζεις ότι είσαι προπονητής ρε? Στον Απόλλωνα Κάτω Καμπανελλίων? Κι εντάξει ΓΔάκο μου μπορεί να πεις ότι είμαι εμπαθής με το πρόσωπό σου.Και καλά θα κάνεις γελοίε. Είμαι εμπαθής με τη μάπα σου.Όξω κι εσύ κι ο Κοντός κι ο Κανελόπουλας κι ο Νοτιάς κι ο Βοριάς κι ο Κούλης.ΌΟΟΟξω μυγοχέσματα απ’την ΑΕΚ!!
Εισαι το πιο λαμπρο αστερι που ομως επεσε πιο νωρις απ’ολα! Ησουν εσυ, αμουστακο αγορι μολις 18 ετων, που μπηκες sto 70ο λεπτο, αντικαθιστωντας τον μεγαλο (;) Jari Litmanen (κι ομως παιζει ακομα)…. Και ναι, 15 λεπτα αργοτερα και λιγα λεπτα πριν σφυριξει ο διαιτητης πηρες την μπαλα, την εφερες μπροστα, εχασες τους 2 αντιπαλους σου και πριν προλαβουν να σε κοψουν, τσιμπησες την μπαλα με το μυτακι και την εστειλες στα διχτυα του Rossi…
Αυτο ηταν… μολις ειχες χαρισει στον Αγιαξ το πρωτο του Champions League!!!(και 4ο συνολικα) Και ολα ειχαν αρχισει… επιτυχιες, πρωταθληματα, διακρισεις σε συλλογικο αλλα και εθνικο επιπεδο… Ησουν απ’τους Top strikers της δεκατιας μεχρι το 2003… (Ας οψεται και ο τετραγωνοκεφαλος Advocaat, ποιος του εδωσε διπλωμα;)
Ομως εσβηνες σιγα σιγα… χαθηκες σε δευτεροτριτες ομαδες. Ηρθαν και οι τραυματισμοι… Δεν μπορουσες να δωσεις αυτα που εδινες…. χανοσουν…
ΟΜΩΣ ΑΦΗΣΕΣ ΚΑΤΙ!! Σε 8 χρονια καριερας στην εθνικη το ονομα σου ειναι πρωτο στη λιστα των σκορερς! 79 συμμετοχες – 40 γκολ
Ας μεινεις για παντα 1ος!
Υ.Γ. Χουντελααρ κανε αυτο που πρεπει να κανεις, Πεθανε!! (Ή σταματα απο την εθνικη)
Εδώ και καιρό ψάχνω να βρω μια επιτυχημένη παρομοίωση, η οποία να περιγράφει γλαφυρότατα το ποδοσφαιρικό στυλ παιχνιδιού του Γιώργου Καραγκούνη με όλα τα βασικά του χαρακτηριστικά (πόσο καθυστερεί το παιχνίδι, με τι ευκολία μπορεί να σου τσακίσει το νευρικό σύστημα – σε σένα αναφέρομαι, φίλε της Πανάθας, ως ομοιοπαθής – πώς αρχίζει τις κωλοτούμπες και νομίζεις ότι σε κάθε φάουλ ετοιμάζεται να αφήσει την τελευταία του πνοή κτλ.). Συζητούσαμε, λοιπόν, με τον διπλανό μου στο γήπεδο. Η γνώμη του ήταν η ακόλουθη: «Φαντάσου ότι έχεις στο κρεβάτι δίπλα σου μια όμορφη γυναίκα, η οποία σε αρχίζει στα χάδια και στα τριψίματα. Σ’ αρέσει;». «M’ αρέσει», του απαντάω… «Φαντάσου ότι για κανά δεκάλεπτο την έχεις εκεί δίπλα σου… και σε χαϊδεύει… και σε τρίβει… και σε ξαναχαϊδεύει… και σε ξανατρίβει… Συνεχίζει να σου αρέσει;». «Συνεχίζει να μου αρέσει» του ξαναπαντάω. «Η ώρα περνάει… κι αυτή εκεί… σε χαϊδεύει… και σε ξαναχαϊδεύει… και ξανά μανά σε χαϊδεύει… και φτου κι απ’ την αρχή σε χαϊδεύει…». «Ναι…». «…χαϊδεύει… χαϊδεύει… χαϊδεύει…» (Εκεί, λοιπόν, «φορτώνει» ο τύπος, σηκώνεται από τη θέση του κι αρχίζει να ωρύεται…) «E, δε θα γυρίσεις να της πεις… Άντε, κορίτσι μου, ξεκόλλα! Όλο τα ίδια και τα ίδια! Ή προχώρα παρακάτω να κάνουμε δουλειά μας ή σήκω και φύγε κι άσε με να τη βρω… μόνος μου την άκρη! Αμάν πια, μαλακισμένη! Μας τα ‘πρηξες!». Δεν ξέρω γιατί, αλλά μου φάνηκε αρκετά… 0εκφραστική η περιγραφή του τύπου και είπα να το μοιραστώ με ανθρώπους που εκτιμώ τη γνώμη τους…
Σταμάτησα να αυνανίζομαι πριν από κάτι μήνες. Όχι γιατί γνώρισα τον έρωτα, αλλά επειδή έπαθα αγκύλωση στον αντίχειρα και πονάει. Αυτό με οδήγησε στην αναζήτηση κάποιου γυναικείου κορμιού που θα πληροί τις έκφυλες προϋποθέσεις που έχουν θεσπιστεί από τις τρελαμένες ορμόνες μου. Αποφάσισα να δραστηριοποιηθώ κοινωνικά πηγαίνοντας σε οίκους ανοχής. Δεν μου άρεσε. Όχι γιατί ήταν ακριβά, αλλά επειδή νόμιζα ότι πήδαγα μπριτζόλα. Σαπίλα. Πλαδαρή σαπίλα. Πήγα σε μπαρ, καφετέριες, κλαμπ, ρεστοράν, σινεμά και απογοητεύτηκα. Πτοήθηκα. Μέχρι εκείνο το πρωί.
Μου χτύπησε την πόρτα για να της δώσω τα κοινόχρηστα. Μέτριο προς το μπάζο η κοπέλα, αλλά δεν με ένοιαζε. Είχα βαρέσει στέρηση. Πέρασε μια βδομάδα και ενώ ήταν έτοιμη για άλλη μία φορά να μου δώσει τους όρχεις στα χέρια, μου ζήτησε να βρισκόμαστε και εκτός κρεβατιού. Μου είπε και το όνομα της. Δεν το θυμάμαι. Πήγαμε Πλάκα για καφέ. Άρχισε να με κοιτάζει στα μάτια. Ταραγμένος της είπα να σταματήσει γιατί με αναστατώνει. Δεν με άκουσε. Την παράτησα και έφυγα. Από τότε δεν θέλω να την ξαναδώ. Ούτε με σακούλα στο κεφάλι. Τι μου συμβαίνει;
Ενα δάκρυ κύλησε απο το ρυτιδιασμένο πρόσωπό του και πότισε τη νοτισμένη γη.Ένας κεραυνός φώτισε τα χαρακτηριστικά του… Πίκρα,δυστυχία και πόνος, ένας αλλόκοτος καμβάς, η φάτσα ενός τρελού να πως έμοιαζε. Ένας μισοτελειωμένος πίνακας του Ιερώνυμου Μπος στην πιο γκροτέσκα έμπνευση του. Η θάλασσα, δίπλα στην οποία καθόταν αυτό το κουρέλι που κάποτε έμοιαζε με ανθρώπινη ύπαρξη φούσκωσε ξαφνικά. Η καταιγίδα ερχόταν και έφερνε μαζί της το τέλος… Όλη η φύση συνομωτούσε και του υπενθύμιζε την μεγάλη του ήττα. Μια ελεγεία της καταστροφής που του γελούσε χαιρέκακα… Τα δάκρυα του -που δε μπορούσε πια να συγκρατήσει- ξεχύθηκαν σαν ορμητικός χείμαρος παρασέρνοντας και τα τελευταία ψήγματα της αξιοπρέπειας του. Η βροχη ήρθε. Τα δάκρυά του ενώθηκαν μαζί της και τώρα πια έμοιαζαν με θάλασσα, μια καυτή εξαγνιστική θάλασσα. Σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό και γέλασε δυνατα. Κατάλαβε επιτέλους… Άλλος ένας κεραυνός… Ένα κορμί που δε μπορούσε πια να συγκρατήσει το βάρος του ξάπλωσε πάνω στο χωμάτινο χαλί, εκεί απο όπου έχουμε όλοι προέλθει… Ένα κολιμπρί πέταξε για τη δύση… Και ύστερα σιωπή.